Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

Εκείνος που αγαπάει τον Θεό δεν μπορεί να μην αγαπάει κάθε άνθρωπο.

π. Φιλόθεος Φάρος

Δεν μπορεί ο άνθρωπος όμως να επιστρέψει στο Θεό και να τον συναντήσει χωρίς προηγουμένως να συναντήσει το συνάνθρωπο, γι’ αυτό το επόμενο βήμα στην πορεία για τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό είναι ακριβώς η συνάντηση με το συνάνθρωπο.

Θέμα της τρίτης Κυριακής του Τριωδίου είναι η κρίση που θα βασιστεί αποκλειστικά στην αγάπη που ο άνθρωπος έχει δείξει για το συνάνθρωπό του και που τελικά μεταβαίνει σ’ αυτόν τον ίδιο το Θεό· «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου, εμοί εποιήσατε» (Ματθ. 25,40).
Η αγάπη είναι από το Θεό και όποιος αγαπάει το Θεό είναι παιδί του Θεού και γνωρίζει το Θεό, εκείνος που δεν αγαπά, δεν γνωρίζει το Θεό γιατί ο Θεός είναι αγάπη (Α’ Ιωάν. 4, 7-8). Αποκτούμε επίγνωση των μυστηρίων του Θεού όταν είμαστε ενωμένοι με την αγάπη (Κολ. 2,2). Ο Θεός μένει μέσα μας όταν αγαπιόμαστε μεταξύ μας (Α’ Ιωάν. 4, 12).
Μόνο ενωμένοι γινόμαστε κατοικητήριο του Θεού (Έφ. 2,22). Αν το να μείνουμε στο Θεό εξαρτάται από την αγάπη και η αγάπη από την τήρηση των εντολών και η εντολή είναι να αγαπούμε ο ένας τον άλλο, το να μείνουμε κοντά στο Θεό εξαρτάται από την αγάπη που έχουμε ο ένας για τον άλλο.
Όθεν όποιος έχει αυτήν την ευλογημένην αγάπην πρώτον εις τον Θεόν και δεύτερον εις τον αδελφόν του τον χριστιανόν, αυτός αξιώνεται και δέχεται την Παναγίαν Τριάδα μέσα εις την καρδίαν του».
Υπάρχουν πολλά χωρία στη Γραφή όπου φαίνεται να απαιτείται για την τελειότητα μόνο η αγάπη για τον πλησίον ενώ η αγάπη για το Θεό παρασιωπάται, αν και ο νόμος και οι προφήτες κρέμονται και από τις δυο αυτές εντολές. Αλλά αυτό συμβαίνει επειδή αυτός που αγαπάει τον πλησίον πρέπει πάνω από οτιδήποτε άλλο να αγαπάει αυτή την ίδια την αγάπη. Όμως η αγάπη είναι ο Θεός «και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ».
Αγκάλιασε την αγάπη του Θεού και αγκαλιάζοντας την αγάπη αγκαλιάζεις τον ίδιο το Θεό.
Η αγάπη για το Θεό δεν μπορεί να τελειωθεί παρά μόνο όταν ο άνθρωπος αγαπάει τον πλησίον του και πλησίον δεν πρέπει να θεωρούνται μόνον οι φίλοι μας ή οι γνωστοί μας, αλλά όλοι οι άνθρωποι με τους οποίους έχουμε κοινή φύση, είτε είναι εχθροί, είτε είναι σύμμαχοι, είτε ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη με μας, είτε όχι, γιατί μας έφτιαξε ο ίδιος δημιουργός και μας έδωσε πνοή ζωής, γιατί όλοι χαιρόμαστε τον ίδιο ουρανό και την ίδια ατμόσφαιρα, τις ίδιες ημέρες και τις ίδιες νύχτες, και αν και μερικοί είναι καλύτεροι και άλλοι χειρότεροι, μερικοί δικαιότεροι και άλλοι λιγότερο δίκαιοι, ο Θεός είναι πλουσιοπάροχος και καλός σε όλους.

Όταν αγαπάει κανείς πραγματικά δεν εξαρτάται η διάθεσή του για τους ανθρώπους από τις απόψεις τους αλλά, αποβλέποντας στην ανθρώπινη φύση που όλοι έχουμε κοινή, αγαπάει εξίσου όλους τους ανθρώπους.

Εκείνος που αγαπάει το Θεό δεν μπορεί να μην αγαπάει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του. Εκείνος που αγαπάει το Θεό έχει προαγαπήσει τον αδελφό του, γιατί η δεύτερη αγάπη είναι απόδειξη της πρώτης. Εκείνος που λέει ότι αγαπάει τον Κύριο και οργίζεται κατά του αδελφού του μοιάζει με υπνοβάτη.
Εκείνος που έχει συνηθίσει να αγαπάει το Θεό στο συνάνθρωπο, επεκτείνει σ’ αυτόν τις εκδηλώσεις της αγάπης του με την ίδια διάθεση με την οποία πλησιάζει το Χριστό.
Φαντάσου έναν κύκλο σημειωμένο πάνω στο χώμα, λέει ο Δωρόθεος. Υπόθεσε ότι ο κύκλος είναι ο κόσμος και ότι το κέντρο του κύκλου είναι ο Θεός. Ένας αριθμός γραμμών οδηγούν από την περιφέρεια στο κέντρο και αυτές οι γραμμές αντιπροσωπεύουν τους δρόμους της ζωής που οι άνθρωποι μπορούν να ακολουθήσουν.
Στην επιθυμία τους να πλησιάσουν το Θεό οι άγιοι προχωρούν ακολουθώντας αυτές τις γραμμές προς το κέντρο του κύκλου. Έτσι, όσο πιο πολύ προχωρούν τόσο πιο πολύ πλησιάζουν ο ένας τον άλλο και το Θεό. Όσο πιο κοντά έρχονται στο Θεό τόσο πιο κοντά έρχονται στον άνθρωπο. Αυτή είναι η φύση της αγάπης, όσο πιο πολύ ενωνόμαστε με το συνάνθρωπο τόσο περισσότερη είναι η ένωσή μας με το Θεό.
Δείχνουμε αγάπη στο συνάνθρωπο όταν του δίνουμε κάτι που έχουμε εμείς και που εκείνος το έχει ανάγκη· «επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν» (Ματθ. 25, 35).
«Εγώ έχω ένα ψωμί να φάω, εσύ δεν έχεις. Ανίσως και σου δώσω κομμάτι και εσένα όπου δεν έχεις, έ, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ. Αμή εγώ να φάω όλο το ψωμί και εσύ να πείνας, τι φανερώνω; φανερώνω πώς η αγάπη όπου έχω εις εσένα είναι ψεύτικη.
Έχω δυο ποτήρια κρασί να πιω, εσύ δεν έχεις. Ανίσως και σου δώσω και εσένα, από αυτό να πιεις, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ, αμή ανίσως και δεν σε δώσω εσένα, είναι κάλπικη η αγάπη. Αμή εγώ να έχω τα φορέματα μέσα εις το σεντούκι φυλαγμένα να τα τρώγει το σκουλήκι και εσύ να περιπατείς γυμνός, είναι κάλπικη η αγάπη. Εσύ είσαι λυπημένος, απέθανε η μητέρα σου, ο πατέρας σου ή το παιδί σου ή άρρωστος είσαι. Ανίσως και έλθω να σε παρηγορήσω, τότε είναι αληθινή η αγάπη. Αμή ανίσως εσύ κλαίης και θρηνείς, και εγώ κάθομαι τρώγω, πίνω, χορεύω, τραγουδώ, ξεφαντώνω, είναι ψεύτικη η αγάπη».
«Δεν περιγράφεται το ύψος στο οποίο μας ανεβάζει η αγάπη· η αγάπη μας ενώνει με το Θεό, καλύπτει πλήθος αμαρτιών, ανέχεται τα πάντα, μακροθυμεί πάντοτε. Στην αγάπη δεν υπάρχει τίποτε βάναυσο, τίποτε υπερήφανο, η αγάπη δεν έχει σχίσμα, δεν στασιάζει, η αγάπη τα κάνει όλα με ομόνοια· στην αγάπη τελειώθηκαν όλοι οι εκλεκτοί του Θεού, χωρίς αγάπη τίποτε δεν είναι ευάρεστο στο Θεό. Με την αγάπη μάς προσέλαβε στον εαυτό του ο Δεσπότης».
Αυτός που έχει κάποιο ίχνος μίσους μέσα στην καρδιά του για κάποιον άλλο εξαιτίας κάποιου λάθους του είναι απόλυτα αποξενωμένος από το Θεό. Δεν μπορεί να έχει ειρήνη με το Θεό εκείνος που εξαιτίας μιας φθονερής διαμάχης δεν έχει ειρήνη με το συνάνθρωπό του. «Όθεν πρέπει και ημείς, ανίσως και θέλωμεν να λέγωμεν αυτόν τον Θεόν μας πατέρα, να είμεσθεν εύσπλαχνοι και φιλάνθρωποι και να χαροποιούμεν τους αδελφούς μας τους χριστιανούς.
Είδε και είμεσθεν άσπλαχνοι, σκληρόκαρδοι και πικραίνομεν τους αδελφούς μας και τους φαρμακεύομεν και τους βάνομεν τον θάνατον εις την καρδίαν, δεν πρέπει να λέγωμεν τον Θεόν μας πατέρα, αλλά τον Διάβολον».
Όταν αγαπούμε ένα ή δυο φίλους μας ή τους δικούς μας ανθρώπους, δεν αγαπούμε για χάρη του Θεού, αλλά για να αγαπηθούμε κι εμείς απ’ αυτούς. Θα μοιάσουμε πραγματικά με το Θεό όχι όταν κάνουμε θαύματα, αλλ’ όταν αγαπούμε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς μας.
Επειδή πρέπει να αγαπιόμαστε μεταξύ μας με το ίδιο μέτρο, είναι απαράδεκτο να σχηματίζουμε φατρίες και κλίκες. Γιατί εκείνος που αγαπάει τον ένα πιο πολύ από τους άλλους κατηγορεί τον ίδιο τον εαυτό του ότι για τους άλλους δεν έχει πραγματική αγάπη. Όπως η ανάμνηση της φωτιάς δεν ζεσταίνει το σώμα έτσι και η πίστη χωρίς αγάπη δε φέρνει το φως της γνώσεως του Θεού στην καρδιά του ανθρώπου.
«Χιλιάδες καλά και αρετές να κάμωμεν, νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες, καν το αίμα μας να χύσωμεν δια την αγάπην του Χριστού», αν δεν έχουμε αγάπη για το συνάνθρωπο «όλα χαμένα είναι και δεν μας ωφελούν τίποτε και εις την κόλασιν πηγαίνομεν».
«Ου γαρ τοσούτον εστι κέρδος νηστείας, όσον οργής ζημία, ούτε τοσαύτη της αναγνώσεως (των Αγ. Γραφών) ωφέλεια, όσον βλάβη εκ του περιφρονήσαι του αδελφού και λυπήσαι αυτόν. Και γαρ αι νηστείαι και αι αγρυπνίαι και η μελέτη των Γραφών και η γύμνωσις του πλούτου και η αποταγή όλου του κόσμου ουκ έστιν τελειότης, αλλά τελειότητος εργαλεία, επειδή ουκ εν τούτοις ευρίσκεται η τελειότης, αλλά δια τούτων προσγίνεται. Εις μάτην, τοίνυν, επί νηστεία, και αγρυπνία και ακτημοσύνη και αναγνώσει Γραφών εγκαυχώμεθα, όταν μη την προς τον Θεόν και τον πλησίον αγάπην κατορθώσωμεν· ο γαρ κατορθώσας την αγάπην, εν εαυτώ έχει τον Θεόν και ο νους αυτού αεί μετά του Θεού εστιν».
Όπως το σώμα είναι ένα αν και έχει πολλά μέλη και όλα τα μέλη του σώματος, αν και είναι πολλά είναι ένα σώμα, έτσι και ο Χριστός (Α’ Κορ. 12, 12). Ο Χριστός συνηθίζει να αναλαμβάνει τη μορφή των μελών Του και να αποδίδει στον ίδιο τον εαυτό Του ό,τι λέγεται για εκείνα, γιατί το κεφάλι και το σώμα είναι ένας Χριστός».
Ο πραγματικός ναός του Κυρίου, είναι η ψυχή του πιστού. Ας τον λατρεύσουμε αυτόν το ναό, ας τον διακοσμήσουμε, ας προσφέρουμε σ’ αυτόν δώρα, ας υποδεχτούμε σ’ αυτόν το Χριστό. Τι καλύτερους θησαυρούς έχει ο Χριστός από εκείνους δια των οποίων θέλει να παρουσιάζεται; Να φοβάσαι το Χριστό επάνω, αναγνώριζέ Τον εδώ κάτω. Έχε το Χριστό επάνω παρέχοντα τις πλούσιες δωρεές Του, αναγνώριζέ Τον εδώ κάτω δυστυχούντα. Εδώ είναι φτωχός, εκεί είναι πλούσιος.
Ο Χριστός πέθανε και τάφηκε μια φορά αλλά θέλει να χύνεται καθημερινά μύρο στα πόδια Του. Τι είναι λοιπόν αυτοί στους οποίους χύνουμε το μύρο; Είναι τα πόδια του Χριστού και γι’ αυτούς λέει αυτός ο ίδιος «ό,τι εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε». Αυτά τα πόδια που η γυναίκα του Ευαγγελίου τα ξεκουράζει και τα δροσίζει με τα δάκρυά της, αυτά τα πόδια ραίνει με μύρο εκείνος που προσφέρει τη γλυκύτητα της καλοσύνης του ακόμη και στον πιο αδύνατο. Σ’ αυτά οι μάρτυρες, σ’ αυτά οι απόστολοι, σ’ αυτά ο Κύριος Ιησούς Χριστός δηλώνει ότι τιμάται.
«Έτσι ξέρουμε ότι αγαπάμε τα παιδιά του Θεού» λέει ο Ιωάννης (Α’ Ίωάν. 5,2). Τι σημαίνει αυτό; Προηγουμένως μιλούσε για το γιο του Θεού, μας πρόβαλε το Χριστό και είπε· «όποιος πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός γεννιέται από το Θεό και όποιος αγαπάει Εκείνον που γέννησε, δηλαδή τον Πατέρα, αγαπάει επίσης και Εκείνον που γεννήθηκε απ’ Αυτόν, δηλαδή το Γιο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό» και συνεχίζει: «Έτσι ξέρουμε ότι αγαπούμε τα παιδιά του Θεού», σαν να επρόκειτο να πει «έτσι ξέρουμε ότι αγαπούμε το Γιο του Θεού». Είπε τα παιδιά του Θεού ενώ μιλούσε ακριβώς πριν για το Γιο του Θεού, επειδή τα παιδιά του Θεού είναι το σώμα του μόνου Γιου του Θεού, και αφού Εκείνος είναι το κεφάλι και εμείς τα μέλη, είναι ένας Γιος του Θεού. Γι’ αυτό όποιος αγαπάει τα παιδιά του Θεού, αγαπάει το Γιο του Θεού και όποιος αγαπάει το Γιο του Θεού, αγαπάει τον Πατέρα.
Αν λοιπόν μας πει κάποιος, δείξε μου Εκείνον για να τον αγαπήσω, τι άλλο θα πρέπει να απαντήσουμε παρά αυτό που είπε ο Ιωάννης: «Κανείς δεν είδε ποτέ το Θεό» (Ίωάν. 1, 18) και για να μη νομίσει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να δει καθόλου το Θεό, είπε «ο Θεός είναι αγάπη» και «όποιος μένει στην αγάπη μένει στο Θεό» (Α’ Ίωάν. 4,16). Γι’ αυτό αγάπα τον πλησίον σου, εκεί θα δεις, όσο μπορείς, το Θεό.
Πόσοι απ’ αυτούς που ζουν σήμερα δεν θα εύχονταν να ζούσαν εκείνη την εποχή που ο Χριστός βρισκόταν στη γη, ώστε να κάθονται και να συντρώγουν μαζί Του στο ίδιο τραπέζι. Αλλά και τώρα μπορεί να γίνει αυτό. Μπορούμε και τώρα να τον καλέσουμε για φαγητό και να φάμε μαζί Του και μάλιστα με περισσότερη ωφέλεια, γιατί πολλοί από εκείνους που έφαγαν μαζί Του τότε χάθηκαν (όπως ο Ιούδας και άλλοι παρόμοιοί του) ενώ ο καθένας απ’ αυτούς που τον προσκαλούν σήμερα στο σπίτι τους και του προσφέρουν στέγη και φαγητό θα απολαύσει μεγάλη ευλογία.
Γι’ αυτό κανείς δεν θα πρέπει να λέει, ευλογημένοι εκείνοι που δέχθηκαν τη χάρη να έχουν το Χριστό στο σπίτι τους. Δεν θα πρέπει να λυπόμαστε και να παραπονιόμαστε που δεν είχαμε γεννηθεί τότε, γιατί δεν μας έχει αποστερήσει αυτής της ευλογίας. ‘»Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων», λέει, «εμοί εποιήσατε» (Ματθ. 25,40)(28) και συνεχίζει «σας λέω ότι όποιος δέχεται εκείνον που θα στείλω εγώ, δέχεται εμένα και όποιος δέχεται εμένα δέχεται Εκείνον που με έστειλε» (Ιωάννης 13,20) και «εάν δεχθείτε στο όνομά μου ένα απ’ αυτά τα παιδιά, δέχεστε εμένα και όποιος δέχεται εμένα, δεν δέχεται εμένα αλλά Εκείνον που με έστειλε» (Μαρκ. 9, 37).
Ό,τι κάνετε σ’ έναν απ’ αυτούς τους ελαχίστους το κάνετε σε μένα. Και αν αυτός δεν είναι ο Παύλος, όμως είναι κάποιος πιστός, κι αν ακόμα είναι ασήμαντος, όμως «ο Χριστός δι’ αυτού παραγίνεται».
Όποιος δέχεται αυτούς τους ελάχιστους για το Χριστό και όχι για κάποιον άλλο λόγο, δέχεται το Χριστό.
Όποιος λοιπόν πέφτει στα πόδια των αδελφών, αγγίζει το Χριστό, παρακαλεί το Χριστό. Με τον ίδιο τρόπο, όταν εκείνοι χύνουν δάκρυα, γι’ αυτόν είναι ο Χριστός που υποφέρει και που προσεύχεται γι’ αυτόν στον Πατέρα.
Ο Αβραάμ αναζητώντας ξένους να τους φιλοξενήσει δεχθηκε και περιποιήθηκε αυτόν τον ίδιο το Θεό και ο Λώτ δέχθηκε τους αγγέλους και εμείς αν θα δεχθούμε τους ανθρώπους, θα δεχθούμε το Χριστό.
Οι μοναχοί που γνώριζαν καλά πώς θα συναντούσαν ασφαλώς το Χριστό αν πλησίαζαν με αγάπη το συνάνθρωπο, όταν τους ρωτούσαν πώς κατόρθωναν να υπηρετούν με τόση προθυμία τους ανθρώπους, απαντούσαν: «Ουδέποτε ανθρώποις με δουλεύειν εννενόηκα, αλλά τώ Θεώ».
Αυτοί λένε και σε μας: «Δει ερχομένους τους αδελφούς προσκυνείν· ού γάρ αυτούς αλλά τον Θεόν προσεκύνησας είδες γάρ φησιν τον αδελφόν σου, είδες τον Θεόν σου».
Πραγματικά, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να συναντήσουμε τον αναστημένο Χριστό. Πολύ συχνά εμείς «οι χριστιανοί» όταν αντιμετωπίζουμε ανθρώπους που αρνιούνται ή αμφιβάλλουν για την Ανάσταση του Χριστού τους βομβαρδίζουμε με διαλεκτικά πυροτεχνήματα χωρίς να υποπτευόμαστε πόσο είμαστε, όταν το κάνουμε αυτό, κύμβαλα αλαλάζοντα, χωρίς να υποπτευόμαστε ακόμη ότι αυτό που τους παρουσιάζουμε ως τον αναστημένο Χριστό δεν είναι παρά ένα αξιοθρήνητο διανοητικό σχήμα, ένα παιδικό δημιούργημα της φαντασίας μας, ένα θλιβερό είδωλο, γιατί τον πραγματικό Χριστό δεν τον έχουμε δει, και δεν τον έχουμε δει γιατί δεν έχουμε κοιτάξει ποτέ βαθιά στα μάτια το συνάνθρωπό μας.
Τα διανοητικά μας επιχειρήματα είναι η αδιάψευστη απόδειξη ότι δεν έχουμε πραγματικά συναντήσει το Χριστό, γιατί αν τον είχαμε πραγματικά συναντήσει θα τον συναντούσαμε και πάλι στο πρόσωπο αυτού του αρνητή ή του αμφισβητία και αντί να τον αντιμετωπίζουμε σαν εχθρό που πρέπει να κατατροπώσουμε θα τον αποκαλούσαμε, σαν τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, «χαρά μου» και τότε αυτός θα ένιωθε ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή βλέπουμε τον αναστημένο Χριστό και θα τον έβλεπε και εκείνος.
Κράτα το
Κράτα το
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σμύρνης.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πολύκαρπος γεννήθηκε περὶ τὸ 80 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Παγκράτιο καὶ τὴ Θεοδώρα, ποὺ εἶχαν ἐγκλειστεῖ στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς σὲ νεαρὴ ἡλικία. Ὑπῆρξε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο, μαθητὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη. Λίγο πρὶν ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸν πρόσκαιρο αὐτὸ βίο ὁ Ἅγιος Βουκόλος, Ἐπίσκοπος Σμύρνης ( 6 Φεβρουαρίου), χειροτόνησε μετὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὡς διάδοχό του, τὸν Ἅγιο Πολύκαρπο καὶ μετὰ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος παρακολούθησε μὲ ἀγωνία καὶ προσευχὴ τὴ σύλληψη τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας καὶ τὰ μαρτύρια αὐτοῦ. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν θεοφόρο Πατέρα μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ τὴν Ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἔγραψε πρὸς τοὺς Φιλιππησίους. Σὲ αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τοὺς συγχαίρει γιὰ τὴν φιλοξενία, τὴν ὁποία παρεῖχαν στὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο, ὅταν αὐτὸς διῆλθε ἀπὸ τὴν πόλη τους. Τὸ κείμενο αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου διακρίνεται γιὰ τὸν ἀποστολικό, θεολογικὸ καὶ ποιμαντικὸ χαρακτήρα του.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν γιὰ τὴν σωφροσύνη, τὴ θεολογικὴ κατάρτιση καὶ τὴν ἀφοσίωση στὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, καθὼς μιλοῦσε πάντα σύμφωνα μὲ τὶς Γραφές. Ἦταν ὁ γνησιότατος ἐκπρόσωπος τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος παρέχει τὴν πληροφορία ὅτι ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλοὺς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ Βαλεντίνου καὶ τοῦ Μαρκίωνος στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Διηγεῖται μάλιστα καὶ ἕνα ἐπεισόδιο ἀναφερόμενο στὴ στάση τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἔναντι τοῦ Μαρκίωνος. Ὅταν ὁ αἱρεσιάρχης αὐτὸς τὸν πλησίασε κάποτε καὶ τοῦ ἀπηύθυνε τὴν παράκληση: «ἐπεγίνωσκε ἡμᾶς», δηλαδὴ ἀναγνώρισέ μας, ὁ Ἅγιος ἀπάντησε: «ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω σε τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ».

Ἕνα ἄλλο ἐπεισόδιο ἀνάγεται στὴ γεροντικὴ ἡλικία τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου. Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἑόρταζαν τὸ Πάσχα στὶς 14 τοῦ μηνὸς Νισσάν, σὲ ὁποιαδήποτε ἡμέρα καὶ ἂν τύχαινε αὐτό. Ἀντίθετα οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες δὲν ἑόρταζαν καθόλου τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἀρκοῦνταν στὸν ἑβδομαδιαῖο κατὰ Κυριακὴ ἑορτασμὸ τῆς Ἀναστάσεως, τονίζοντας ἀσφαλῶς περισσότερο τὸν ἑορτασμὸ τῆς πρώτης Κυριακῆς μετὰ τὴν πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἐπειδὴ λόγω τῆς διαφορᾶς αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης τηροῦσε αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν Μικρασιατῶν, ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ἀναγκάσθηκε νὰ μεταβεῖ στὴ Ρώμη, γιὰ νὰ διευθετήσει τὸ ζήτημα καὶ ἄλλα δευτερεύοντα θέματα, μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης Ἀνίκητο.
Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἀπὸ τὴν Ρώμη, ὑπέργηρος πλέον, συνέχισε τὴν ἀποστολικὴ δράση του μὲ τόση ἐπιτυχία, ὥστε προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῶν εἰδωλολατρῶν. Αὐτὴ ἡ προδιάθεση ἦταν φυσικὸ νὰ προκαλέσει τὸ μαρτύριό του, ποὺ ἀκολούθησε τὴν ἑξῆς πορεία. Ὁ Κόϊντος, ζηλωτὴς Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ᾖλθε στὴ Σμύρνη ἀπὸ τὴ Φρυγία, παρακίνησε ὁμάδα Φιλαδελφέων Χριστιανῶν νὰ προσέλθουν στὸν ἀνθύπατο Στάτιο Κοδράτο, γιὰ νὰ δηλώσουν σὲ αὐτὸν τὴν ἰδιότητά τους καὶ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, πράγμα τὸ ὁποῖο φυσικὰ προοιώνιζε θάνατο. Τελικὰ μαρτύρησαν ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κόϊντο, ὁ ὁποῖος δειλιάσας τὴν τελευταία στιγμή, θυσίασε στὰ εἴδωλα. Ὁ ὄχλος, ἂν καὶ θαύμασε τὴν γενναιότητα τῶν Μαρτύρων, ἀπαιτοῦσε νὰ ἐκτελεσθοῦν οἱ «ἄθεοι» καὶ νὰ ἀναζητηθεῖ ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, ὁ ὁποῖος πιεζόμενος ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς εἶχε ἀναχωρήσει σὲ κάποιο ἀγρόκτημα. Τελικὰ ὁ Ἅγιος συνελήφθη τὸ ἔτος 167 καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἀνθυπάτου.
Ὁ γηραιὸς Ἐπίσκοπος δὲν ταράχθηκε. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γαλήνιο καὶ λαμπερό. Ὁ ἀστυνόμος Ἡρώδης καὶ ὁ πατέρας του Νικήτας προσπάθησαν νὰ πείσουν τὸν Ἅγιο νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος ὅμως, μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἀπάντησε ὅτι ὑπηρετεῖ τὸν Χριστὸ ἐπὶ 86 ἔτη χωρὶς καθόλου νὰ Τὸν ἐγκαταλείψει. Πῶς μποροῦσε λοιπὸν τώρα νὰ Τὸν βλασφημήσει καὶ νὰ Τὸν ἀρνηθεῖ; Ὁ ἀνθύπατος τότε διέταξε νὰ τὸν ρίξουν στὴν φωτιά. Ὁ Γέρων Πολύκαρπος ἀποδύθηκε μόνος τὰ ἱμάτιά του καὶ περίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ, ὁ τοῦ ἀγαπητοῦ καὶ εὐλογητοῦ παιδός Σου Ἰησοῦ Χριστοῦ Πατήρ, δι’ Οὗ τὴν περὶ Σοῦ ἐπίγνωσιν εἰλήφαμεν,  ὁ Θεὸς τῶν ἀγγέλων καὶ δυνάμεων, καὶ πάσης τῆς κτίσεως, καὶ παντὸς τοῦ γένους τῶν δικαίων, οἳ ζῶσιν ἐνώπιόν Σου, εὐλογῶ Σε, ὅτι ἠξίωσάς με τῆς ἡμέρας καὶ ὥρας ταύτης τοῦ λαβεῖν με μέρος  ἐν ἀριθμῷ τῶν μαρτύρων Σου, ἐν τῷ ποτηρίῳ τοῦ Χριστοῦ Σου, εἰς ἀνάστασιν ζωῆς αἰωνίου, ψυχῆς τε καὶ σώματος, ἐν ἀφθαρσίᾳ Πνεύματος Ἁγίου, ἐν οἷς προσδεχθείην ἐνώπιόν Σου σήμερον ἐν θυσίᾳ πίονι καὶ προσδεκτῇ, καθὼς προητοίμασας καὶ προσεφανέρωσας καὶ ἐπλήρωσας ὁ ἀψευδὴς καὶ ἀληθινὸς Θεός. Διὰ τοῦτο καὶ περὶ πάντων αἰνῶ Σε, εὐλογῶ Σε, δοξάζω Σε, σὺν τῷ αἰωνίῳ καὶ ἐπουρανίω Ἰησοῦ Χριστῷ,…».
Ἡ φωτιὰ σχημάτισε γύρω ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρὶς νὰ τὸν ἀγγίζει. Τότε στρατιώτης ἐκτελεστὴς τελείωσε τὸν Ἅγιο Μάρτυρα διὰ τοῦ ξίφους. Ἔπειτα τὸ Ἱερὸ λείψανο ρίφθηκε στὴν φωτιά, οἱ δὲ πιστοὶ συνέλεξαν τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτοῦ.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν κλῆσιν τοῖς ἔργοις σου, ἐπισφραγίσας σοφέ, ἐλαία κατάκαρπος, ὤφθης ἐν οἴκῳ Θεοῦ, Πολύκαρπε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ὡς Ἱεράρχης, καὶ στερρὸς Ἀθλοφόρος, τρέφεις τὴν Ἐκκλησίαν, λογικῇ εὐκαρπίᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Καρποὺς τοὺς λογικούς, τῷ Κυρίῳ προσφέρων, Πολύκαρπε σοφέ, ἀρετῶν δι’ ἐνθέων, ἐδείχθης ἀξιόθεος, Ἱεράρχα μακάριε, ὅθεν σήμερον, οἱ φωτισθέντες σοῖς λόγοις, ἀνυμνοῦμέν σου, τὴν ἀξιέπαινον μνήμην, Θεὸν μεγαλύνοντες.

Μεγαλυνάριον.
Φοῖνιξ ἀνεδείχθης καρποτελής, ὡς καρποφορίαν, περιφέρων θεουργικήν, τὴν τῶν Ἀποστόλων, ἀμέσως κοινωνίαν, δι’ ἧς ἐκτρέφεις κόσμον, Πάτερ Πολύκαρπε.

Δύο δάκρυα με παράπονο και η Παναγιά μάς απάντησε.


Το μάθημα της Ρητορικής-Κατηχητικής, προχωρούσε, κόντευε η ώρα να τελειώσει, όταν άρχισαν οι ερωτήσεις απὸ τους φοιτητές του πρώτου έτους της Θεολογικής Σχολής «Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης» του Ορθοδόξου Πανεπιστημίου του Κογκό.

-Πώς πρέπει να πλησιάσουμε τον κόσμο;
-Πώς θα βοηθήσουμε τον ιερέα της ενορίας μας;
-Έχει μεγάλη επαρχία ο ιερέας μας. Είναι υπεύθυνος σε πολλὰ χωριὰ, σε πολλὲς εκκλησίες∙ άλλες απὸ αυτὲς είναι κτισμένες και άλλες λασποκαλύβες;
-Εμείς δεν έχουμε ιερέα. Έχουμε όμως ωραία Εκκλησία με τον κατηχητή μας∙ συγκεντρωνόμαστε και ψάλλουμε. Κάπου-κάπου μάς έρχεται ιερέας. Περιμένουμε μήπως και τώρα το Πάσχα έρθει κανεὶς.
Καθένας έλεγε τις δυσκολίες που είχαν στις πόλεις και στα χωριὰ τους∙ η συζήτηση είχε φουντώσει.
Ο Χαράλαμπος απὸ το Bandundu όμως καθόταν σκεπτικὸς και λυπημένος, κοίταζε τους συμφοιτητὲς του. Δεν άντεξε∙ δυὸ δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλά του κι ένας αναστεναγμὸς και ένα παράπονο ξεπήδησαν απὸ μέσα του .
-Εμείς ούτε Ἐκκλησία έχουμε, ούτε υπάρχει κοντὰ μας καμιὰ. Τα δάκρυα έπεσαν στο θρανίο. Σιωπή επικράτησε για λίγο. Προσπάθησα να κόψω τη σιωπή για να φύγουμε απὸ την αμηχανία, στην οποία πέσαμε όλοι.
-Να το δούμε, Χαράλαμπε, έλα μετὰ στο γραφείο.

Το θαύμα
Δεν πρόλαβα να τελειώσω και κτύπησε το τηλέφωνο. Είδα ότι ήταν απὸ μακρυά μήπως είναι τίποτε επείγον, διερωτήθηκα∙ ζήτησα συγγνώμη απὸ τους φοιτητές και το σήκωσα.
–Bonjour… Comment ça va ?
–Ποιὸς, ποιὸς; Τότε καταλαβα γνώριμη φωνὴ αδελφού απὸ το γραφείο της Αδελφότητος Εξωτερικής Ιεραποστολής της Θεσσαλονίκης.
–Σεβασμιώτατε, η Παναγία σού στέλνει ένα δώρο, μια Εκκλησία του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Πρέπει να ξεκινήσετε αμέσως.
Τα έχασα. Κοιτούσα μια τον Χαράλαμπο, μια το τηλέφωνο. Μπέρδεψα τα λόγια μου. –Θα κοιτάξω, απάντησα. Είμαι στην τάξη, κάτι τέτοιο συζητάμε.
Η Παναγία απάντησε στα δάκρυα του Χαράλαμπου.
Εζήτησα αμέσως τον υπεύθυνο της ιεραποστολής στην περιοχὴ του Bandundu, τον κ. Θεόδωρο Φουμουάζα, Κοσμήτορα του Παιδαγωγικού Πανεπιστημίου της Κινσάσας και Αντιπρύτανη του Ορθοδόξου Πανεπιστημίου μας, απὸ εκεί που κατάγεται ο Χαράλαμπος.
–Θεόδωρε, η Παναγία μας σάς στέλνει μια Εκκλησία της, του Ευαγγελισμού της, ἔχετε οἰκόπεδο;
–Ναι, δύο εκτάρια, δικὰ μας, αρκετὸς ο χώρος για εκκλησία, σχολείο, ιατρείο. Έχουμε και τρεις φοιτητὲς στη Θεολογικὴ μας σχολὴ. Έτοιμοι για δράση.
-Τότε προχωράμε. Ένα νέο ιεραποστολικὸ κέντρο η Παναγία ανοίγει στο Bandundu του Κονγκό. Η Παναγία άκουσε το παράπονο του Χαράλαμπου και απάντησε στα δάκρυα του.

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Κάθε άνθρωπος έχει την δική του ιστορία!

Η συνάντηση του Ντοστογέφσκι με το στάρετς Αμβρόσιο της Όπτινα.

Ο Ντοστογιέφσκι έλεγε: «Δεν υπάρχει τίποτε πιο αγαθό, πιο βαθύ, πιο συμπαθητικό, πιο λογικό, πιο γενναίο και πιο τέλειο από τον Χριστόν.

Και συλλογίζομαι με αγάπη ζηλωτού πως όχι μόνο δεν υπάρχει, αλλά και δεν είναι δυνατόν να υπάρχη. Εάν κάποιος μου απεδείκνυε ότι ο Χριστός είναι μακρυά από την αλήθεια και η αλήθεια μακρυά από τον Χριστόν, θα προτιμούσα να μείνω με τον Χριστόν παρά με την αλήθεια».
Ο μεγάλος αυτός στοχαστής δεν μπορούσε να μην ελκυσθή από το μεγαλείο της Όπτινα. Είχε πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθήση το στάρτσεστβο και να γνωρίση τον φωτισμένο στάρετς. Και πράγματι τον Ιούνιο του 1878 βρέθηκε κοντά του και παρέμεινε επί δύο ημέρες. Δεν γνωρίζουμε βέβαια τι συζήτησαν στην ιδιαίτερη συνομιλία που είχαν. Ο π. Αμβρόσιος έμεινε ευχαριστημένος μαζί του. Είπε δε χαρακτηριστικά για το πρόσωπό του: «Αυτός είναι ο μετανοών».
Η τεραστία απήχησις που είχε η μορφή του στάρετς Αμβροσίου, καθώς επίσης και το έργο του, στην ψυχή του Ντοστογιέφσκι, παρουσιάζεται ολοζώντανη στα πρώτα κεφάλαια του μεγάλου του έργου «Αδελφοί Καραμάζωφ» που τότε ακριβώς άρχισε να συγγράφη. Στο έργο αυτό, που θεωρείται μεγαλειώδης και αριστουργηματική μυθιστορηματική σύνθεσις, προβάλλεται κατά τρόπο ανάγλυφο η ζωή, η δράσις και η διδασκαλία του στάρετς Ζωσιμά. Όλη η εξωτερική περιγραφή του χώρου, του κελλιού, των διαμερισμάτων, της Μονής, μέχρι μικρών λεπτομερειών ομιλούν για την Όπτινα.Μερικοί χαρακτηρισμοί για το πρόσωπο του στάρετς μπορούν να αποδοθούν πλήρως στον π. Αμβρόσιο.

Οπωσδήποτε προδίδουν τις προσωπικές εντυπώσεις του συγγραφέως. «Ο στάρετς», γράφει, «με την πρώτη ματιά που έρριχνε σ’ έναν άγνωστο, υποψιαζόταν για ποιο λόγο είχε έρθει, τι του χρειαζόταν κι’ ακόμη τι ήταν αυτό που βασάνιζε την συνείδησί του. Ο άνθρωπος που μετανοούσε έμενε κατάπληκτος, πολλές φορές τρόμαζε κιόλας, νιώθοντας έτσι να του ανοίγουν την ψυχή πριν προλάβη να πή λέξι. Πολλοί απ’ αυτούς που έρχονταν για πρώτη φορά να συνομιλήσουν ιδιαιτέρως μαζί του, έμπαιναν στο κελλί του με φόβο και ανησυχία· σχεδόν όλοι έβγαιναν υστέρα αστραποβολώντας.
Ο Στάρετς Αμβρόσιος, σελ. 186, Έκδοσις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Η απάτη...


27503

Γράφει ο Ιάσων Ιερομ.

Δε γίνεται να λες "είμαι Χριστιανός" και να μην έχεις διάκριση.
Βέβαια, το "Χριστιανός" δεν είναι ταμπέλα, ούτε κατάκτηση.
Το να 'μαστε Χριστιανοί δηλαδή μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, δε μας το χάρισε κανένας άλλος παρά ο Κύριός μας με Σταυρό κι Ανάσταση. Κι η πίστη είναι δώρο του Θεού.
Σήμερα ξυπνάς και πιστεύεις, αύριο όχι...!
Εμείς θ' αγωνιζόμαστε όσο μπορούμε να διατηρήσουμε την Πίστη που χαρίστηκε και την εμπειρία αυτή να μεταφέρουμε στα παιδιά μας και στους άλλους.
Μες την Εκκλησία είμαστε μαθητές και δάσκαλοι συνάμα: ό, τι μαθαίνουμε, τρέχουμε με τη ζωή μας να το διδάξουμε στους άλλους.
Όταν βαφτιστήκαμε ο παπάς μας έδωσε αναμμένη λαμπάδα και μας είπε: "έτσι να λάμψουν τα έργα σου στων ανθρώπων τα μάτια, για να δουν τα καλά σου έργα και να δοξάσουν τον εν τοις ουρανίοις Πατέρα".
Απ' τη στιγμή που αναγεννιόμαστε μες την Εκκλησία, αναλαμβάνουμε αποστολή ιερή έχοντας κι ένα Διάβολο αντίκρυ! Πάλη: πάνω από αίμα και σάρκα. Δεν είν' εύκολο να μένεις Χριστιανός!
Πώς θα μάθουμε λοιπόν κι έπειτα πώς θα διδάξουμε αν δε μπορούμε να ξεχωρίζουμε τα πράγματα; Όλοι χτίζουμε ένα εαυτό και μια προσωπικότητα.
Μεγαλώνουμε με οικογένεια ή χωρίς, σπουδάζουμε ή όχι, παντρευόμαστε, καλογερεύουμε, χηρεύουμε... κι η ζωή συνεχίζεται. Κουβαλάμε μάτσο βιώματα κι εμπειρίες.
Ο καθένας διαφορετικός, ο σκοπός των χριστιανών κοινός.
Ο Χριστός μας λέει πως να ξαναδούμε τα πράγματα: "Δες τη ζωή σου σα να μην υπάρχει θάνατος:

Τι φοβάσαι; Τι κλαις";
(άγχος, κατάθλιψη, κρίσεις, μανίες: οι ασθένειες των καιρών μας)
Η αρχή της διάκρισης είναι η απουσία του φόβου.
Αν είμαστε φοβισμένοι, τότε κάτι δε πάει καλά στα "πνευματικά" μας ζητήματα. Όσο κλείνεται ο άλλος μέσα του, τόσο περισσότερο πεθαίνει.
Μα ο Σωτήρας τον Θάνατο νίκησε.
Θριάμβευσε τις δυνάμεις του σκότους. Αυτές που εργάζονται να μας κλείνουν στον εαυτό μας και να φοβόμαστε..
Αν φοβόμαστε δε θα βγούμε απ' τον εαυτό μας ποτέ. Θα βλέπουμε τα πράγματ' αδιάκριτα σα να 'μαστε 'μεις κι άλλος κανένας.
Μήπως τελικά και καθημερινά όλοι πέφτουμε σε τούτη την απάτη;
Πηγή:  romfea.gr

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Ηλθε ο κυρ-Θανάσης ο πεθαμένος και μου παραπονέθηκε…».

Ήταν ένας εργάτης, δασοφύλακας στη Φιλοθέου, που είχε σκοτώσει άνθρωπο. Ύστερα ήρθε στο Άγιο Όρος. Με βοηθούσε πολλές φορές. Μου ΄φερε απ΄ το Μοναστήρι μια τσέργα, πιρούνι, κουτάλι αλλά όταν μιλούσαμε για πεθαμένους, αμέσως άλλαζε κουβέντα.

-Άστα, άστα αυτά έλεγε, δεν υπάρχουν αυτοί.
Πέθανε ο άνθρωπος, πάει τέλειωσε. Δώσε, του λέω, τα ονόματα απ΄ τα πεθαμένα να στα μνημονεύω στο εκκλησάκι των Αρχαγγέλων. Εκεί ήμουν τότε. Αυτός τίποτα, δε μου τα έδωσε.

Ύστερα από καιρό, μαθαίνω, πέθανε. Δεν το πίστεψα στην αρχή. Πάω στη Φιλοθέου, βλέπω φρέσκο μνήμα. Ε, λέω, πέθανε. Ύστερα από είκοσι μέρες, μαθαίνω, μ΄ έψαχνε ένα πρόσωπο απ΄ τη Φιλοθέου. Έρχεται αναστατωμένος, ήταν κι επίτροπος στο μοναστήρι του.

-Πάτερ, μου λέει, ήρθε ο κυρ Θανάσης, ο πεθαμένος, και μου παραπονέθηκε πολλές φορές πως τον ξέχασα και δεν έκανα τίποτα γι΄ αυτόν. Και πραγματικά έχω είκοσι μέρες να τον μνημονεύσω στην προσευχή μου και ήρθε. 
Και πραγματικά, ανέλαβα προϊστάμενος και ταχτοποιώ το γραφείο, έχει πολλή δουλειά, τί να κάνω τώρα ξέχασα και το κανόνα μου.
-Ε, τώρα να κάνεις λίγο παραπάνω.
Από το βιβλίο: «Διηγήσεις του π.Παϊσίου περί παλαιών Αθωνιτών πατέρων»
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Αγία Ματρώνα: «Θα βάλουν μπροστά σας τον «Σταυρό» και το «Ψωμί» και θα σας πούν διαλέξτε!»

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται… «Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, λίγο πριν πεθάνει.
– Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι, και θα σηκωθούμε «αλλιώς»…

– Πως αλλιώς; την ρωτάω.
– Να,-μου λέει- θα γυρίσουμε στο «ξύλινο»…
– Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το «ξύλινο»;
– Ξύλινο αλέτρι μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…
– Καί που θα πάνε τα τρακτέρ που τώρα έχουμε;…»
– Ω, λέει, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως, δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε, και θα τα δείς όλα αυτά. Η επαναφορά του ξύλινου αρότρου στην ζωή μας (και εφ΄ όσον βρεθούνε ζώα να τα σύρουν), θα ισοπεδώσει την ανθρώπινη αλαζονεία της εποχής μας…
Εάν δεν βρεθούνε ζωντανά πολύ φοβάμαι ότι θα τα σύρουμε εμείς για να μη πεθάνουμε από την πείνα. Πόλεμος (συμπλήρωσε) δεν θα ξαναγίνει (με τον τρόπο που μέχρι τώρα ξέρουμε…) Χωρίς… πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί, θα ξαπλώσετε επάνω στην γη….
Θα σας πω και κάτι άλλο, Αποβραδίς, όλα θα είναι (όρθια και καλά) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωι, όλα θα μπούν (θα ταφούν) μέσα στην γη. Χωρίς «πόλεμο».
«Πως σας λυπάμαι, όσους τους έσχατους καιρούς θα ζήσετε. Η ζωή θα γίνεται όλο χειρότερη. Τελικά θα έλθει καιρός που θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!».
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:
«Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!»
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: Πολύτιμες πνευματικές συμβουλές.

Διαβάστε τις πολύτιμες πνευματικές συμβουλές του Αγίου γέροντα Παϊσίου για τον καθημερινό αγώνα κάθε πιστού.

“…Όσο περισσότερο ζει κανείς τη κοσμική ζωή, τόσο περισσότερο άγχος κερδίζει. Μόνο κοντά στο Χριστό κανείς ξεκουράζεται, γιατί ο άνθρωπος είναι πλασμένος για το Θεό! Εκεί είναι το φυσικό του, να βρίσκεται με το Θεό…”
“…Η καρδιά καθαρίζει με δάκρυα και αναστεναγμούς. Ένας αναστεναγμός με πόνο ψυχής ισοδυναμεί με δυο κουβάδες δάκρυα…”
“…Ο Θεός παρακολουθεί τη καρδιά μας και ελέγχει το περιεχόμενό της. Να εξετάζουμε συνεχώς τον εαυτό μας, να μετανοούμε για το παρελθόν και να φοβόμαστε τις αδυναμίες μας. Να μην χάνουμε όμως την ελπίδα της σωτηρίας μας…”
“…Ρίξτε το μεγαλύτερο βάρος του αγώνα σας στη Προσευχή, γιατί αυτή μας κρατάει σε επαφή με το Θεό και η επαφή αυτή πρέπει να είναι συνεχής…”
“…Εκείνος που αγωνίζεται πολύ καιρό και δε βλέπει πνευματική πρόοδο, έχει υπερηφάνεια και εγωισμό. Πνευματική πρόοδος υπάρχει εκεί που υπάρχει πολλή ταπείνωση…”
“…Ποτέ να μην κατακρίνουμε. Όταν βλέπουμε κάποιον να πέφτει στην αμαρτία, να κλαίμε και να παρακαλάμε το Θεό να τον συγχωρέσει…”
“…Όταν μας κυριεύει ο εγωϊσμός, μικρό θέμα μεγάλος καυγάς…”
“…Εκείνος που βοηθά τον πλησίον του, λαμβάνει βοήθεια από το Θεό. Εκείνος που κατηγορεί τον συνάνθρωπό του με φθόνο, έχει κατήγορό του το Θεό…”
“…Ποιός ενδιαφέρεται σήμερα για τον άλλο; Κανείς. Όλοι ενδιαφερόμαστε για τον εαυτό μας, για τον άλλο τίποτα. Γι’αυτό θα δώσουμε λόγο. Γιατί ο Θεός που είναι όλος αγάπη δε θα μας συγχωρέσει αυτή την αδιαφορία για τον πλησίον μας…”

“…Δώστε εξ’ ολοκλήρου τη καρδιά σας στο Θεό, όχι στο κόσμο. Εκείνος που έχει δώσει τη καρδιά του στο κόσμο, είναι εχθρός του Θεού…”
“…Ο άνθρωπος που κινείται από το συμφέρον του μόνο, είναι άχρηστος άνθρωπος…”
“…Μην έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Η αυτοπεποίθηση είναι μέγα εμπόδιο στη Θεία Χάρη. Εμπιστοσύνη απόλυτη να έχουμε μόνο στο Θεό. Όταν εμείς εναποθέτουμε τα πάντα σε αυτόν, ο Θεός υποχρεώνεται να μας βοηθήσει…”
“…Να ζείτε σε διαρκή δοξολογία και ευχαριστία προς τον Θεό, διότι μεγαλύτερη αμαρτία είναι η αχαριστία και μεγαλύτερος αμαρτωλός ο αχάριστος…”
“…Ο χρόνος μας δόθηκε από τον Θεό για να κάνουμε καλή χρήση αυτού, αγωνιζόμενοι συνεχώς για τη σωτηρία της ψυχής μας…”
Για ν’ απαντήσει ο Θεός στο αίτημα μας και να μας δώσει ότι του ζητάμε, πρέπει πρώτα απ’ όλα να έχουμε ταπείνωση, την οποία εμείς δεν έχουμε. ‘Ολοι μας, μικροί και μεγάλοι, έχουμε πολύ εγωισμό και δεν δεχόμαστε υπόδειξη και παρατήρηση. ‘Ολα τα γνωρίζουμε, είμεθα όλοι σοφοί. ‘Οταν μας κυριεύει ο εγωισμός, μικρό θέμα, μεγάλος καυγάς.
Ο Θεός μας δίνει πολλές ευκαιρείες για να κερδίσουμε τον Παράδεισο, αλλ’ εμείς αυτές τις ευκαιρείες δεν τις δεχόμαστε όλες, τις διώχνουμε. Εάν όσα οφείλει ο άνθρωπος τα ξεπλήρωσε σ’ αυτή τη ζωή, σώζεται.
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας

Αγίου Κοσμά του Αιτωλού: Αν αγαπάμε αληθινά ή ψεύτικα.

Εγώ έχω ένα ψωμί να φάω, εσύ δεν έχεις. Άνίσως καί σου δώσω κομμάτι καί εσένα οπού δεν έχεις, ε,τότε φανερώ­νω πώς σε αγαπώ. 
Άμή εγώ να φάω όλο το ψωμί καί εσύ να πεινάς, τί φανερώνω; φανερώνω πώς ή αγάπη όπου έχω εις εσένα είναι ψεύτικη.
Εχω δυο ποτήρια κρασί να πιω, εσύ δεν έχεις. 
Άνίσως καί σου δώσω καί εσένα, από αυτό να πιής,τό­τε φανερώνω πώς σε αγαπώ, άμή άνίσως καί δεν σε δώσω εσένα, είναι κάλπικη ή αγάπη.
Άμή εγώ να έχω τα φορέματα μέσα εις το σεντούκι φυλαγμένα να τα τρώγη το σκουλήκι καί εσύ να περιπατης γυμνός, είναι κάλπικη ή αγάπη.

Εσύ είσαι λυπημένος,απέθανε ή μητέρα σου ό πατέρας σου ή το παιδί σου ή άρρωστος είσαι.Άνίσως καί έλθω να σε παρηγορήσω,τότε είναι αληθινή ή αγάπη.
Άμή άνίσως εσύ κλαίης καί θρηνής, καί εγώ κάθομαι τρώγω, πίνω, χορεύω, τραγουδώ ξεφαντώνω, είναι ψεύτικη ή αγάπη.

                                                                                                                       Αγ.Κοσμά Αιτωλού-Διδαχή Α

Ασύγκριτα πιο μεγάλος.

Η συγχώρεση και η νηστεία ως προϋποθέσεις της πνευματικής ζωής


exoria adam

Γράφει ο π. Διονύσιος Καραγιάννης |

Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή, ἡ κατὰ τῶν δαιμόνων νίκη, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν Ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρὸς Θεὸν παρρησία…
Η Κυριακή της Συγχώρεσης είναι η τελευταία Κυριακή πριν από την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Κατά τη διάρκεια της προ-Τεσσαρακοστής περιόδου, οι προσευχές της Εκκλησίας περιλαμβάνουν ύμνους από το Τριώδιο. Την Κυριακή της Συγχωρήσεως έμφαση δίνεται στην εξορία του Αδάμ και της Εύας από τον Κήπο της Εδέμ, ένα γεγονός που μας δείχνει πόσο πολύ έχουμε πέσει στην αμαρτία και έχουμε διαχωριστεί οι ίδιοι από τον Θεό.
Πριν από την κάθοδο τους στην αμαρτία μέσω της ανυπακοής, ο Αδάμ και η Εύα είχαν ευλογηθεί με μια όμορφη σχέση της κοινωνίας μεταξύ τους και κοινωνίας με τον Θεό.
Ωστόσο, είχαν μπει στον πειρασμό από το διάβολο που εμφανίζεται με τη μορφή ενός φιδιού για να παρακούσουν τον Θεό και να φάνε από το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού.
Όταν γεύτηκαν τον απαγορευμένο καρπό, συνειδητοποίησαν ότι ήσαν γυμνοί. Ακούγοντας εκείνο το εσπέρας, την παρουσία του Θεού στον Κήπο της Εδέμ, κρύφτηκαν.
Αναζητώντας τους ο Θεός, ο Αδάμ και η Εύα προσπαθούν να καλύψουν την γύμνια τους με φύλλα συκιάς. Στέκονται με ντροπή ενώπιον του Θεού.
Λέγει το συναξάριον της ημέρας: «Ἐκάθισεν Ἀδὰμ τότε, καὶ ἔκλαυσεν ἀπέναντι τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδείσου, χερσὶ τύπτων τὰς ὄψεις, καὶ ἔλεγεν· Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα. Ἰδὼν Ἀδὰμ τὸν Ἄγγελον, ὠθήσαντα, καὶ κλείσαντα τὴν τοῦ θείου κήπου θύραν, ἀνεστέναξε μέγα, καὶ ἔλεγεν· Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα».
Η Κυριακή της Συγχωρήσεως είναι επίσης γνωστή ως Κυριακή της Τυρινής. Αυτή είναι η τελευταία μέρα που τα γαλακτοκομικά προϊόντα μπορούν να καταναλωθούν πριν από την νηστεία.
Η πλήρης νηστεία αρχίζει την επομένη Καθαρή Δευτέρα, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Σαρακοστής. Το βράδυ της Κυριακής της Συγχωρήσεως η Εκκλησία, τελεί την πρώτη είσοδο στην Μεγάλη τεσσαρακοστή που είναι ο Εσπερινός της συγχωρήσεως.
Είναι μια ακολουθία που μας κατευθύνει στο μονοπάτι της μετάνοιας. Μας βοηθά να κατανοήσουμε την ανάγκη της συγχώρεσης, από αδελφούς και αδελφές εν Χριστώ.
Πτώση, συγχώρεση και νηστεία η θεματολογία της σημερινής Κυριακής.

Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωήλ – Σκέψεις γιὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή.


Εἶναι γνωστὸ πὼς στὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε δυὸ νηστεῖες. Εἶναι περίπου ἑπτὰ ἑβδομάδες αὐστηρῆς νηστείας καὶ μία ἡ ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς ποὺ προηγεῖται, ὀκτώ. 
Γιὰ πολλοὺς εἶναι μία εὐχάριστη καὶ ἐπιθυμητὴ περίοδος, ἐνῶ γιὰ ἄλλους εἶναι δύσκολη καὶ γιὰ ἄλλους καθόλου εὐχάριστη. 
 Θὰ προσπαθήσουμε νὰ ποῦμε λίγες σκέψεις γιὰ τὴν περίοδο αὐτή, ὅπως τὴν ἔχουν χαρακτηρίσει οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.


Πρῶτα πρῶτα νὰ θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνό, ποὺ κάνει μία γενικὴ παρατήρηση γιὰ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή. Λέγει πρὸς ὅλους μας: «Τὴν Τεσσαρακοστὴν μὴ ἐξουθενεῖτε· μίμησιν γὰρ περιέχει τῆς τοῦ Χριστοῦ πολιτείας». Εἶναι σημαντικὴ παρατήρηση αὐτή. Ὁ Χριστὸς δὲν ἐξουθενώνει, δηλ. δὲν ἀφαιρεῖ τὴ δύναμη τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πιὸ πλατειὰ θὰ λέγαμε, δὲν περιφρονεῖ τὴν μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δὲ λέγει πὼς ἡ περίοδος αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή, οὔτε κοροϊδεύει τὴ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε τὴν ἀτιμάζει, οὔτε δυσανασχετεῖ μὲ τὸν ἐρχομό της, οὔτε εὔχεται νὰ περάσει γρήγορα, οὔτε καταλύει τὴ νηστεία ἐπιδεικτικὰ καὶ χωρὶς λόγο, οὔτε προπαγανδίζει πὼς οἱ καιροὶ ἄλλαξαν καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξουμε καὶ ἐμεῖς.

Ἡ ἁγία Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ τὴ βάπτισή Του πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἐκεῖ «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν» (Ματθ. 4,2). Ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος καὶ μέσα Του δὲν εἶχε τὴν ἁμαρτητικὴ φορά, ἀλλὰ χρειαζόταν νὰ μᾶς δώσει τύπο ζωῆς. Ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μία εἰκόνα ἀσκήσεως μπροστά μας, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τοῦ σκοποῦ μας, ποὺ εἶναι ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ Θεό. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ δέχθηκε καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πειρασμῶν Του «ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ» (Μάρκ. 1,13). Πολλὰ διδάγματα ἔχει νὰ μᾶς δώσει ἡ περίοδος τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου.

Ὁ Χριστὸς ἐκπαιδεύθηκε τρόπον τινα στοὺς πειρασμοὺς μὲ τὴ νηστεία. Ἀργότερα ὁ διάβολος σὰν μία φοβερὴ θύελλα θὰ ἐπιπέσει ἐπάνω Του. Σ᾿ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς βγῆκε νικητής. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πιστός. Στὴ ζωή μας θὰ ἔχουμε πολλοὺς πειρασμούς. Χρειαζόμαστε ἐκπαίδευση. Ἡ περίοδος τῆς νηστείας εἶναι μία πνευματικὴ ἐκπαίδευση τοῦ Χριστιανοῦ. Μαθαίνει νὰ πολεμᾶ. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδειξε τὸν τρόπο, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς πειράσθηκε.

Ὁ Χριστὸς μέσα στὴν περίοδο τῆς νηστείας πειράσθηκε καὶ νίκησε. Ἐπίσης καὶ οἱ πιστοὶ πειράζονται. Γιατί παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς ὁ Θεός; Γιὰ νὰ πληροφορηθοῦμε πὼς εἴμαστε ἀνώτεροι ἀπ᾿ αὐτούς. Γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε. Γιὰ νὰ πληροφορηθεῖ ὁ δαίμονας πὼς τὸν ἐγκαταλείψαμε. Γιὰ νὰ ἀσκηθοῦμε. Γιὰ νὰ λάβουμε σαφῆ πείρα τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι Κυρίου στηρίζουν τοὺς ἀγωνιστές.

Ὁ διάβολος πείραξε τὸ Χριστὸ κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας ὄχι μόνο μὲ τὸν τρόπο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τόπο. Ἡ μοναξιὰ καὶ ἡ ἀπομόνωση εἶναι πολλὲς φορὲς ὅπλα τοῦ διαβόλου. Παράδειγμα ἡ Εὔα, τὴν ὁποία πείραξε, ὅταν ἦταν χωρισμένη ἀπὸ τὸν Ἀδάμ. Ἀκόμη, ἡ ἀπομόνωση φέρνει μερικὲς φορὲς τὴν μονοτονία, τὴν ἀκηδία, τὴν πείνα, τὴν ἀδημονία. Τότε κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας παίρνει θάρρος καὶ ἐπιτίθεται ἐναντίον μας. Ὅταν ὅμως μᾶς δεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ συγκεκροτημένους, δὲν ἔχει τὸ θάρρος (γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος) νὰ μᾶς κάνει μεγάλη ζημιά. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, στὴν περίοδο τῆς νηστείας νὰ συχνάζουμε στὴν Ἐκκλησία, στὶς ἀκολουθίες, καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ στηρίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ νὰ ἐνθαρρυνόμαστε πὼς στὸν ἀγώνα μας δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ μαζί μας εἶναι ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Τὸν Κύριο Τὸν ἐνθάρρυναν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Καταλαβαίνουμε, συνεπῶς, πόση μεγάλη ὠφέλεια παίρνουμε ἀπὸ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή.

Μετά, ἕνας ἄλλος Ἅγιος της Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γράφει πὼς κατὰ τὴν περίοδο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ ἄνθρωπος ἐμπορεύεται τὴν πνευματικὴ ἐμπορία καὶ συγκεντρώνει πολὺ πλοῦτο ἀρετῆς. Τονίζει πὼς δὲν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα νὰ διέλθουμε τὶς ἡμέρες ἁπλῶς τῆς νηστείας, ἀλλὰ σημασία ἔχει νὰ διορθώσουμε κάτι ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά μας καὶ νὰ πλυθοῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά μας, «εἰ διωρθώσαμεν τί τῶν ἡμετέρων ἐλαττωμάτων, εἰ τὰ ἁμαρτήματα ἀπενιψάμεθα».

Συνηθίζουμε νὰ ρωτᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς «πόσας ἕκαστος ἑβδομάδας ἐνήστευσε· καὶ ἔστιν ἀκοῦσαι λεγόντων τῶν μέν, ὅτι δυό, τῶν δὲ ὅτι τρεῖς, τῶν δέ, ὅτι πάσας ἐνήστευσαν τὰς ἑβδομάδας», δηλαδὴ συμβαίνει νὰ ἀκοῦς νὰ λένε ἄλλος μὲν πὼς νήστευσε δυό, ἄλλος τρεῖς καὶ ἄλλος ὅλες τὶς ἑβδομάδες. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κέρδος, ἐὰν δίχως κατορθώματα ἀρετῆς περάσουμε τὴν περίοδο τῆς νηστείας;

Ἐὰν κάποιος λέγει, ὅτι νήστευσα ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὺ εἰπέ, ὅτι εἶχα ἐχθρὸν καὶ συμφιλιώθηκα μ᾿ αὐτόν· εἶχα συνήθεια νὰ κατηγορῶ καὶ τὴν ἐσταμάτησα· εἶχα συνήθεια νὰ ὁρκίζομαι καὶ ἀπαλλάχθηκα ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια.... Καμία ὠφέλεια δὲν θὰ ἔχουμε ἀπὸ τὴν νηστεία, ἂν ἁπλῶς καὶ μόνο τὴν περάσουμε εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχε. Ἂν περάσουμε τὴ νηστεία τῶν φαγητῶν, ὅταν περάσουν οἱ σαράντα ἡμέρες, περνᾶ καὶ ἡ νηστεία· ἂν ὅμως ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας νὰ περάσει, ἐκείνη ἡ νηστεία (δηλ. τῶν ἁμαρτημάτων) πάλιν μένει καὶ θὰ εἶναι συνεχὴς ἡ ὠφέλεια σὲ μᾶς καὶ πρὶν ἀκόμα ἀπὸ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν θὰ μᾶς χαρίσει ὄχι μικρὲς ἀμοιβὲς ἐδῶ.

Βλέπουμε πῶς ἡ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ δὲν εἶναι μία περίοδος γιὰ νὰ νηστεύσουμε μόνο ἀπὸ φαγητά, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκούμαστε στὴν ἀρετή. Ὅταν ὅλα αὐτὰ τὰ κατορθώσουμε, τότε θὰ ἀξιωθοῦμε τὴν κυρία ἡμέρα νὰ προσέλθουμε στὴν πνευματικὴ τράπεζα, δηλ. στὴ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε. Ἡ προσέλευση στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς εἶναι ἱκανὸ κίνητρο, γιὰ νὰ μᾶς παρακινεῖ στὴν πνευματική μας ἄσκηση.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει πὼς ἡ νηστεία εἶναι καὶ καθάρσιο τοῦ ἐαυτοῦ μας. Πρὸ τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Πάσχα, «κάθαρσίς ἐστι προεόρτιος». Ὁ χριστιανὸς ἐπιτυγχάνει τὴ «συννέκρωση» μὲ τὸ Χριστό, συμμετέχει στὴ νέκρωση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὁ Κύριος νεκρώνει τὴ σάρκα Του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἔτσι καὶ οἱ χριστιανοὶ νεκρώνουν τὰ πάθη τους γιὰ τὴ σωτηρία τὴν ἰδική τους. Ὁ Κύριος νήστευσε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἐμεῖς πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα.

Μὲ τέτοιες σκέψεις ἂς διέλθουμε τὸ στάδιο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε πολύ.
Πηγή:  Εκδόσεις Χρυσοπηγή

Μια διδακτική ιστορία για τη Σαρακοστή από τον Αγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς.

Οι διά Χριστόν σαλοί διακρίνονται από μια σπάνια έλλειψη φόβου. 

Ο μακάριος Νικόλαος έτρεχε ανάμεσα στους δρόμους του Πσκώφ προσποιούμενος τον τρελό, ελέγχοντας τους ανθρώπους για τις κρυφές αμαρτίες τους και προφητεύοντας εκείνα που επρόκειτο να τους συμβούν.

Όταν ο Ιβάν ο Δ΄ ο Τρομερός κατέφθασε στο Πσκώφ, ολόκληρη η πόλη διασαλεύτηκε από τον τρόμο για το φοβερό τσάρο. Γιά να τον υποδεχθούν οι κάτοικοι τοποθέτησαν στην είσοδο κάθε σπιτιού ψωμί και αλάτι, αλλά οι ίδιοι, φοβισμένοι, δεν εμφανίστηκαν. Όταν ο κυβερνήτης της πόλης πρόσφερε στον τσάρο ψωμί και αλάτι σ’ ένα δίσκο, ο τσάρος έσπρωξε μακριά τον δίσκο, με αποτέλεσμα να πέσουν καταγής το ψωμί και το αλάτι.
Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ο όσιος Νικόλαος: ντυμένος με ποδήρη χιτώνα, δεμένο με σκοινί στη μέση, χοροπηδούσε γύρω του μ’ ένα μπαστούνι, σαν παιδί. Τού φώναζε: «Ιβάνουσκα, Ιβάνουσκα, φάε ψωμί κι αλάτι και μην τρως ανθρώπινο αίμα». 
Οι στρατιώτες έτρεξαν να τον πιάσουν, όμως εκείνος τους ξεγλίστρησε και κρύφτηκε. Ο τσάρος ζήτησε να μάθει για το μακάριο Νικόλαο –ποιός ήταν και τι ήταν– και τον επισκέφθηκε στo φτωχικό του. Ήταν τότε η πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Ο Νικόλαος, μόλις πληροφορήθηκε ότι ερχόταν ο τσάρος για να τον επισκεφθεί, φρόντισε να εξασφαλίσει ένα κομμάτι ωμό κρέας. Όταν λοιπόν κατέφθασε ο Ιβάν ο Τρομερός, ο όσιος έβαλε μετάνοια και του πρόσφερε το κρέας λέγοντας «Φάε, Ιβάνουσκα, φάε!». Οργισμένος ο τσάρος του απάντησε:
«Είμαι χριστιανός και δεν τρώω κρέας τη Σαρακοστή γιατί νηστεύω!». Ο άνθρωπος του Θεού μονομιάς τον αποστόμωσε «Κάνεις πολύ χειρότερα: τρέφεσαι με σάρκα και αίμα ανθρώπων, ξεχνώντας όχι μόνον τη Σαρακοστή, αλλά και τον ίδιο τον Θεό!». 
Το μάθημα αυτό μπήκε βαθιά μέσα στην καρδιά του τσάρου Ιβάν· ντροπιασμένος έφυγε αμέσως απ’ το Πσκώφ, όπου αρχικώς είχε έλθει με την πρόθεση να κατασφαγιάσει τον πληθυσμό.
Απόσπασμα από τον Πρόλογο της Αχρίδος του Αγίου Νικολάου Βελιμόροβιτς που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αθως.
Πηγή:  Βήμα Ορθοδοξίας