Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Εἰσαγωγὴ στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ




Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

Σὲ ἀντίθεση μὲ αὐτὸ ποὺ πολλοὶ νομίζουν ἢ αἰσθάνονται, ἡ Σαρακοστὴ τοῦ Πάσχα εἶναι περίοδος χαρᾶς. Εἶναι ὁ καιρὸς ἐκεῖνος ποὺ μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νὰ ἀποτινάξουμε κάθε τί ἄσχημο καὶ θανατηφόρο ἀπὸ μέσα μας γιὰ νὰ βροῦμε πάλι τὴ δύναμη νὰ ζήσουμε, νὰ βιώσουμε σὲ ὅλο τὸ βάθος του τὸ μυστήριο στὸ ὁποῖο εἴμαστε καλεσμένοι. Ἂν δὲν κατανοήσουμε αὐτὴ τὴν ποιότητα τῆς χαρᾶς στὴ νηστεία, θὰ τὴ μετατρέψουμε σὲ μιὰ καρικατούρα, σὲ μιὰ περίοδο κατὰ τὴν ὁποία στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ θὰ κάνουμε τὴ ζωὴ μας μίζερη.

Τὸ πρῶτο, δραματικὸ στάδιο συνίσταται στὸ γεγονὸς ὅτι εἴμαστε τυφλοί, κι ὅμως ἀνίδεοι γιὰ τὴν τυφλότητά μας. Ἐνῶ βρισκόμαστε στὸ σκοτάδι δὲν συνειδητοποιοῦμε ὅτι τὸ σκοτάδι εἶναι γύρω καὶ μέσα μας. Τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ μᾶς μιλᾶ σχετικὰ εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ Βαρτίμαιου, τοῦ τυφλοῦ ἐπαίτη στὴν πύλη τῆς Ἱεριχοῦ, ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ ἢ ἔχασε τὸ φῶς του ἢ ἦταν ἐκ γενετῆς τυφλός, ἀλλὰ σὲ κάθε περίπτωση ζοῦσε στὸ ἀπόλυτο σκοτάδι. Δὲν ὑπῆρχε ζωή, οὔτε φῶς, οὔτε χαρὰ γι’ αὐτόν. Πιθανὸν νὰ εἶχε συμφιλιωθεῖ μὲ τὴ δυστυχία του. Συνέχιζε νὰ ἐπιβιώνει μέρα μὲ τὴ μέρα, χάρη στὴν ψυχρή, ἀδιάφορη ἐλεημοσύνη τῶν περαστικῶν. Ἀλλὰ ἕνα πράγμα ἔκανε τὴ δυστυχία του τραγική: Ζοῦσε τὸν καιρὸ τοῦ Ἰησοῦ. Πρέπει νὰ ἄκουσε πολλὲς φορὲς νὰ μιλοῦν γι’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ποὺ γιάτρευε ἀνθρώπους καὶ ἀνακαίνιζε τὰ πράγματα, ποὺ ἔδινε φῶς σὲ τυφλοὺς καὶ θεράπευσε τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό. Αὐτὴ ἡ δυνατότητα τῆς σωτηρίας, ἡ λαχτάρα τῆς ἀνέλπιστης γιατρειᾶς, ἔκανε τὸ σκοτάδι του ἀκόμα πιὸ πυκνό. Θὰ ἦταν ἀπίθανο ὁ Θεὸς νὰ βρεθεῖ στὸ δρόμο του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν ἴδιο δὲν θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸ νὰ καταφέρει νὰ συναντήσει αὐτὸν τὸν ἀκούραστο κήρυκα καὶ ἰατρὸ ποὺ ἀδιάκοπα περιόδευε. Πῶς θὰ μποροῦσε ἕνας τυφλὸς ἄνθρωπος ν’ ἀκολουθήσει ἕναν περιοδεύοντα; Συνειδητοποίησε τὸ μέγεθος τῆς τυφλότητάς του μπροστὰ στὴ δυνατότητα ποὺ ὑπῆρχε νὰ ἀναβλέψει. Ἡ ἀπελπισία του μεγάλωσε ἀφότου γεννήθηκε μέσα του ἡ ἐλπίδα. Κι ἔτσι, ὅταν ἄκουσε τὸν Χριστὸ νὰ πλησιάζει ἱκέτευσε γιὰ τὴν θεραπεία του ἀπὸ τὰ βάθη αὐτῆς τῆς ἀπελπισίας καὶ τῆς φλογερῆς ἐπιθυμίας του νὰ σωθεῖ.

Μπορεῖ, πράγματι, αὐτὴ ἡ ἰδέα τῆς χαρᾶς ποὺ πλέκεται μὲ τὴν ἐπίπονη προσπάθεια καὶ τὸν ἀσκητικὸ ἀγώνα νὰ φαίνεται περίεργη, ὅμως ἀγκαλιάζει μὲ καθολικὸ τρόπο τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι κατάκτηση. Δὲν χαρίζεται ἁπλὰ σὲ ἐκείνους ποὺ ἀδιάφορα καὶ τεμπέλικα τὴν περιμένουν νὰ ἔρθει. Γιὰ ὅσους τὴν ἀναμένουν μὲ τέτοιο πνεῦμα, θὰ ἔρθει, ἀλλὰ στὸ μέσον της νύχτας, σὰν τὴν Ἡμέρα τῆς Κρίσης. Σὰν τὸν κλέφτη ποὺ τρυπώνει ὅταν δὲν τὸν περιμένεις, σὰν τὸ Νυμφίο ποὺ φθάνει ἐνῶ οἱ μωρὲς παρθένες κοιμοῦνται. Δὲν εἶναι ὅμως αὐτὸς ὁ τρόπος ποὺ θὰ πρέπει νὰ προσμένουμε τὴν Κρίση καὶ τὴ Βασιλεία.

Χρειάζεται νὰ ἀλλάξουμε τὴ νοοτροπία μας σὲ μιὰ νέα κατανόηση ποὺ θὰ μᾶς ἐπιτρέψει νὰ ξαναβροῦμε μέσα μας αὐτὸ ἀπὸ τὸ ὁποῖο περιέργως ἔχουμε ἀποξενωθεῖ: τὴ χαρὰ τῆς προσμονῆς τῆς Ἡμέρας τοῦ Κυρίου –κι ἂς ξέρουμε ὅτι αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ Ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἴσως μᾶς ξενίζει τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν Ἐκκλησία κηρύττουμε ὡς Εὐαγγέλιο – δηλαδὴ “καλὸ ἄγγελμα” - αὐτὸ τῆς Κρίσεως· κι ὅμως ἀναφωνοῦμε: “Ἔρχου Κύριε, ταχύ”, γιατί ἡ Ἡμέρα τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι φόβος ἀλλὰ ἐλπίδα.

Ὅσο ἀδυνατοῦμε νὰ ἀρθρώσουμε αὐτὰ τὰ λόγια, κάτι σημαντικὸ διαφεύγει ἀπὸ τὴ χριστιανική μας συνείδηση. Παραμένουμε, ὅ,τι κι ἂν προφασιστοῦμε, παγανιστὲς ἐνδεδυμένοι ροῦχα εὖ-ἀγγελιαφόρων. Συνεχίζουμε νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν ὁποίων λείπει ὁ Θεός. Ἄνθρωποι γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ ἐρχομὸς Του εἶναι σκοτάδι καὶ φόβος καὶ ἡ κρίση Του δὲν εἶναι λύτρωση ἀλλὰ καταδίκη. Τὸ ἀντάμωμά μας μὲ τὸν Κύριο φαντάζει σὰν ἕνα τρομερὸ γεγονὸς κι ὄχι σὰν αὐτὸ ποὺ λαχταροῦμε καὶ αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ζοῦμε. Ἂν δὲν τὸ συνειδητοποιήσουμε, ἡ περίοδος τῆς νηστείας δὲν θὰ γίνει ποτὲ γιὰ μᾶς χαρά, ἀφοῦ εἶναι μιὰ περίοδος ποὺ ἐνσωματώνει ταυτόχρονα κρίση καὶ εὐθύνη: χρειάζεται νὰ προηγηθεῖ αὐτοκριτικὴ γιὰ νὰ ὑποδεχτοῦμε τὴν Ἡμέρα τοῦ Κυρίου, τὴν Ἀνάσταση, μὲ ἀνοιχτὴ καρδιὰ καὶ πίστη, σὰν γιορτή.

Ἡ κρίση δὲν μᾶς ἐπιβάλλεται ἔξωθεν. Ναί, πράγματι θὰ ἔρθει ἡ μέρα ποὺ θὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ θὰ κριθοῦμε· ἀλλά, πρὸς τὸ παρόν, ἐφόσον τὸ προσκύνημα συνεχίζεται, ὅσο τὸ τέλος ἐκκρεμεῖ καὶ ὁ δρόμος ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ὁμοίωση τοῦ Χριστοῦ ἁπλώνεται μπροστὰ μας ἀδιάβατος, κρινόμαστε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας. Ἂς θυμηθοῦμε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου “ἴσθι εὐνοῶν τῷ ἀντιδίκῳ σου ταχὺ ἕως ὅτου εἶ ἐν τῇ ὁδῷ μετ’ αὐτοῦ” (Ματθ. 5.25). Ὁρισμένοι Πατέρες βλέπουν στὸ πρόσωπο τοῦ “ἀντιδίκου” ὄχι τὸν διάβολο (μὲ τὸν ὁποῖο κανεὶς οὔτε εἰρηνεύει οὔτε συνδιαλέγεται), ἀλλὰ τὴ συνείδηση ποὺ σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς γρηγορεῖ στὸ πλευρό μας καὶ οὐδέποτε ἡσυχάζει. Μὲ τὴ συνείδησή μας διαλεγόμαστε συνεχῶς, μᾶς ἀμφισβητεῖ κάθε στιγμὴ καὶ ὀφείλουμε νὰ συμφιλιωνόμαστε μαζί της. Ἀλλιῶς θὰ φτάσει κάποτε ἡ στιγμὴ τῆς Κρίσης καὶ τότε ὁ “ἀντίδικος” θὰ μεταμορφωθεῖ σὲ κατήγορο. Ἐνόσῳ, λοιπόν, ἀκόμα πορευόμαστε ἡ κρίση λαμβάνει χώρα διαρκῶς μέσα μας σὰν ἕνας διάλογος μὲ τὶς σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματα καὶ τὶς πράξεις μας· ὅλα αὐτὰ ποὺ τίθενται ἐνώπιόν μας νὰ κρίνουμε καὶ ἀπὸ τὰ ὁποῖα κρινόμαστε.

Συχνὰ πορευόμαστε μέσα στὸ σκοτάδι, ἀφοῦ σκοτισμένα εἶναι καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ καὶ τὰ μάτια μας. Μόνο ἐὰν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος φωτίσει τὴ ζωὴ μας ὑπάρχει δυνατότητα ν’ ἀρχίσουμε νὰ διακρίνουμε μέσα μας τὸ σωστὸ καὶ τὸ λάθος. Σ’ ἕνα ἀξιοσημείωτο κείμενό του ὁ Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης γράφει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀποκαλύπτει τὴν ἀσχήμια τῆς ψυχῆς μας παρὰ μόνο ἐὰν δεῖ μέσα μας ἀρκετὴ πίστη καὶ ἐλπίδα ἱκανὴ ὥστε νὰ μὴν καταρρεύσουμε στὸ ἀντίκρισμα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μὲ ἄλλα λόγια, ὅποτε εἴμαστε σὲ θέση ν’ ἀναγνωρίσουμε τὴ σκοτεινὴ πλευρὰ τοῦ ἑαυτοῦ μας, τότε ἀρχίζουμε νὰ κάνουμε κάποια βήματα αὐτογνωσίας κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς κρίσης τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸν φωτισμὸ τῆς Θείας δικαιοσύνης. Δύο τινὰ συμβαίνουν τότε: ἀφενὸς μᾶς ξενίζει ἡ ἀσχήμια ποὺ φανερώνεται μπροστά μας, ἀφετέρου αἰσθανόμαστε χαρὰ γιατί ἀναγνωρίζουμε τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ Θεοῦ. Μᾶς ἐμπιστεύεται μιὰ νέα γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ποὺ ἄλλοτε δὲν τὴν ἐπέτρεπε γιατί δὲν εἴχαμε τὴ δύναμη νὰ ἀποδεχτοῦμε τὴν ἀλήθεια. Κι ἔτσι, ἡ κρίση μετατρέπεται σὲ χαρὰ γιατί ἡ ἀποκάλυψη τῶν ἀστοχιῶν μας συνοδεύεται ἀπὸ τὴ γνώση ὅτι ὁ Θεὸς εἶδε μέσα μας πίστη καὶ ἐλπίδα καὶ καρτερία ποὺ θὰ μᾶς ἐπιτρέψουν ὄχι μόνο νὰ δοῦμε πιὸ καθαρὰ ἀλλὰ καὶ νὰ ἐνεργήσουμε.

Ὅλα αὐτὰ εἶναι σημαντικὰ ἐὰν θέλουμε νὰ κατανοήσουμε γιατί ἡ νηστεία καὶ ἡ χαρὰ πᾶνε μαζί. Ἀλλιῶς, ἡ διαρκής, ἐπίμονη προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς φέρει σὲ ἐπίγνωση, μπορεῖ νὰ μᾶς βαρύνει ἀντὶ νὰ μᾶς χαροποιεῖ, ὥστε δὲν θὰ εἴμαστε πιὰ σὲ θέση νὰ φτάσουμε στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μὲ χαρά, γιατί θὰ φανταζόμαστε ὅτι ἡ Ἀνάσταση δὲν μᾶς ἀφορᾶ.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἰσάγει τοὺς πιστοὺς στὴ Σαρακοστὴ μὲ μία σειρὰ προκαταρκτικῶν ἑβδομάδων κατὰ τὶς ὁποῖες τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς ὁδηγεῖ βῆμα πρὸς βῆμα ἀπὸ τὸ σκοτάδι πρὸς τὸ φῶς τῆς κρίσεως.


Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο βῆμα ποὺ συχνά μᾶς φαίνεται τόσο δύσκολο: νὰ ἔρθουμε πρόσωπο μὲ πρόσωπο μὲ τὴν πραγματική μας κατάσταση, κι ὄχι νὰ παρηγοροῦμε τὸν ἑαυτό μας ὅτι διάγουμε ἕνα εἶδος ζωῆς ποὺ εἶναι ἱκανὸ ν’ ἀντικαταστήσει τὴ θεία ζωή. Ὀφείλουμε νὰ παραδεχτοῦμε ὅτι σὲ ἀναφορὰ μὲ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ βρισκόμαστε στὸ σκοτάδι. Καὶ νὰ σκεφτοῦμε ὅτι χωρὶς φῶς εἴμαστε χαμένοι, γιατί τὸ σκοτάδι στὸ ὁποῖο ἔχουμε ἀφεθεῖ εἶναι ὁ θάνατος, ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ. Δὲν πρόκειται νὰ ἀλλάξουμε στάση ἂν δὲν καταλάβουμε ὅτι ἡ κατάστασή μας εἶναι ἀπελπιστικὴ· ὅτι πρόκειται γιὰ ἕνα ζήτημα ζωῆς καὶ θανάτου, τὸ μόνο ποὺ ἔχει νόημα. Τότε θὰ ἀπευθυνθοῦμε στὸ Θεό, ἐλπίζοντας ὅτι ἐκεῖνος θὰ ἐνεργήσει. Μόνο αὐτὴ ἡ θανάσιμη ἀγωνία μπορεῖ νὰ μᾶς ἀφυπνίσει, σὰν τοῦ Βαρτίμαιου, ποὺ κανεὶς δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ σταματήσει τὶς κραυγές του γιὰ βοήθεια ὅταν κατάλαβε ὅτι ἦρθε ἡ ἀποφασιστικὴ στιγμή. Περνοῦσε ὁ Χριστός. Τὴν ἑπόμενη στιγμὴ θὰ εἶχε προσπεράσει καὶ τὸ σκοτάδι του θὰ γινόταν μόνιμο, ἀθεράπευτο.

Ἕνας ἄλλος λόγος ποὺ μᾶς κρατάει συνήθως σὲ ἀδράνεια εἶναι ὁ φόβος μας γιὰ τὴ γνώμη τῶν ἀνθρώπων. Ὅσο πιστεύουμε πὼς πρέπει νὰ συντηροῦμε μία συγκεκριμένη εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας πρὸς τὰ ἔξω εἶναι φοβερὰ δύσκολο νὰ ἀλλάξουμε, κι αὐτὸ μᾶς φανερώνει ἡ παραβολὴ τοῦ Ζακχαίου, ποὺ ἀκολουθεῖ. Τὸ πρόβλημα τοῦ Ζακχαίου ἦταν τὸ ἑξῆς: Ἤθελε ἀπεγνωσμένα νὰ δεῖ τὸν Χριστό. Θὰ ἔπαιρνε τὸ ρίσκο νὰ ἐξευτελίσει τὸν ἑαυτό του; Τὸ νὰ φθάσει κανεὶς νὰ γίνει γελοῖος διαφέρει πολὺ ἀπὸ τὴν ἀπόρριψη ποὺ συνήθως βιώνουμε καὶ καταφέρνουμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε χρησιμοποιώντας ὡς προκάλυμμα τὴν ὑπερηφάνειά μας. Ἡ γελοιοποίηση ξεπερνᾶ τὸ κουράγιο τῶν περισσοτέρων ἀπό μᾶς. Μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε ἕναν τραπεζικὸ διευθυντὴ μιᾶς μικρῆς πόλης νὰ σκαρφαλώνει σ’ ἕνα δέντρο ἐνώπιον τοῦ πλήθους καὶ νὰ δέχεται τὶς κοροϊδίες καὶ τὰ ἐπιφωνήματα τῶν μικρῶν παιδιῶν, χάριν μιᾶς συνάντησης μὲ τὸν Χριστό; Αὐτὴ ἦταν ἡ θέση τοῦ Ζακχαίου, τοῦ ἰσχυροῦ καὶ πλούσιου ἄνδρα. Ἀλλὰ γιὰ ἐκεῖνον ἡ συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ εἶχε τόση σημασία –ἦταν ἕνα ζήτημα ζωῆς καὶ θανάτου- ποὺ βρῆκε τὴν ἑτοιμότητα νὰ ἀγνοήσει τὴν γελοιότητα καὶ τὴν ταπείνωση, προσηλωμένος στὴν ἐπιθυμία του. Καὶ εἶδε τὸν Χριστό.

Ὑπάρχουν δύο τρόποι γιὰ νὰ πάψουμε νὰ ἑξαρτώμαστε ἀπὸ τὴν κρίση τῶν ἀνθρώπων. Εἴτε θὰ πράξουμε ὅπως ὁ Ζακχαῖος, ἀποδεχόμενοι τὴν ταπείνωση ὡς οὐσιῶδες μέρος τῆς σωτηρίας μας, εἴτε θὰ ἐπιτρέψουμε στὴν καρδιά μας νὰ σκληρύνει καὶ μὲ τὴν ὑπερηφάνειά μας θὰ ἀκυρώσουμε τὴν κρίση τῶν ἄλλων. Δὲν ἔχουμε ἄλλη ἐπιλογή. Ὑπάρχει μόνο ἡ αὐθόρμητη ταλάντευση καὶ ἡ ἀδυναμία ποὺ ὅλοι βιώνουμε πρὶν ἀποφασίσουμε ἀνάμεσα στὸ σωστὸ καὶ τὸ λάθος, γιατί κάθε φορὰ ποὺ κλείνουμε πρὸς τὸ λάθος φοβόμαστε τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ καὶ ὅποτε ἀναζητοῦμε τὸ σωστὸ βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ τὴν κρίση τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὑπερηφάνεια ἢ ἡ ταπείνωση εἶναι οἱ μόνοι δρόμοι ποὺ θὰ μᾶς ἐλευθερώσουν ἀπὸ τὸ δίλημμα.

Ἡ ἑπόμενη παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου εἶναι ἐνδεικτική τῆς πρώτης, αἰχμηρῆς κρίσης ποὺ εἶναι συνάμα ἀνθρώπινη καὶ θεϊκή. Ἐὰν ἀναρωτηθοῦμε πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ Φαρισαῖος νὰ εἶναι τόσο ὑψιπετὴς παρὰ τὶς ὑψηλές του γνώσεις γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ὁ Τελώνης τόσο ταπεινὸς παρὰ τὴν ἁπλότητά του, νομίζω ὅτι πρέπει νὰ ἀπαντήσουμε ὡς ἑξῆς: οἱ ἀναφορὲς τοῦ Φαρισαίου βρίσκονται στὸ γράμμα τοῦ νόμου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὔκολο νὰ αἰσθάνεται ὅτι δικαιώνεται μὲ νομικὸ τρόπο, μὲ βάση τὸ νόμο καὶ τὸ γράμμα τοῦ νόμου. Μπορεῖ πάντοτε νὰ πληροῖ τοὺς κανόνες καὶ νὰ αἰσθάνεται ἀνεπίληπτος. Ἀλλὰ οἱ ἀναφορὲς τοῦ Τελώνη διαφέρουν. Δὲν ἦταν νομοταγής. Ὅ,τι γνώριζε ἀπὸ τὸ νόμο συνοψίζονταν στὰ ἑξῆς: συγκεκριμένα χωρία τοῦ νόμου ἔθεταν τὶς πράξεις καὶ τὴ ζωή του στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ· κι ἄλλα πάλι χωρία τὰ χρησιμοποιοῦσε ὁ ἴδιος γιὰ νὰ διεκδικήσει ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε. Ὁ νόμος ἦταν ἕνα δυνατό, βάναυσο καὶ σκληρὸ ἐργαλεῖο ἄλλοτε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, κι ἄλλοτε στὰ δικά του. Καὶ καθὼς ἦταν γνώστης τῆς ζωῆς, ἤξερε καλὰ ὅτι ἡ μόνη σωτηρία ἀπὸ τὸ νόμο ἦταν ἡ ἀνθρώπινη εὐσπλαχνία καὶ ἡ ἀνθρώπινη συμπόνια. Μόνο ἡ ἀνθρώπινη σχέση ἦταν δυνατὸ νὰ σώσει τὸν χρεωμένο ἀπὸ τὴ φυλακὴ καὶ τὸν αἰσχροκερδῆ ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ δικαστῆ. Ἔτσι οἱ ἀναφορὲς του βρίσκονταν σὲ σύγκρουση ἀνάμεσα σὲ δύο πράγματα: Ἀπὸ τὴ μιὰ ἦταν ὁ νόμος, ἀδυσώπητος καὶ ἀμείλικτος, ποὺ ὁ ἴδιος ποτὲ δὲν ἔβρισκε τὴ δύναμη νὰ ὑπακούσει, ἀλλὰ ποὺ ἦταν σὲ θέση νὰ χρησιμοποιεῖ μὲ ὠμότητα ἀπέναντι σὲ ἄλλους. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἀνθρώπινη σχέση, ποὺ ἦταν ἱκανὴ νὰ ἐξομαλύνει καὶ νὰ θεραπεύσει τὰ πάντα. Οἱ ἀναφορὲς τοῦ Τελώνη ἦταν οἱ συνάνθρωποί του, οἱ γείτονές του, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ ἀόρατου γείτονα, τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ βρῆκε τὴ δύναμη καὶ στάθηκε στὸ κατώφλι τοῦ ναοῦ καὶ ἔτυπτε τὸ στῆθος του, μὲ ἀπελπισία: Σὲ πεῖσμα κάθε λογικῆς, γνώριζε πὼς στὸν κόσμο τῶν σκληρῶν καὶ ἀμείλικτων ἀνθρώπων ὑπάρχουν στιγμὲς ποὺ ὅλα εἶναι δυνατά, γιατί ὁ ἄνθρωπος δὲν παύει νὰ εἶναι ἄνθρωπος ἀκόμα καὶ μέσα στὴ σκληρότητά του. Τὸ ἴδιο πίστευε καὶ γιὰ τὸν Θεό. Ὁ νόμος τὸν καταδίκαζε ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν ἦταν μόνο νομοθέτης οὔτε μόνο ἐπιτηρητὴς τοῦ νόμου. Ἦταν ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει μὲ φιλανθρωπία μέσα στὰ πλαίσια τοῦ νόμου Του. Αὐτὴ ἡ γνώση ταπείνωσε τὸν Τελώνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί οἱ ὅροι τῆς ἀναφορᾶς του περιεῖχαν ἐλπίδα καὶ τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐλπίδας του ἦταν τὸ ἔλεος, ἡ ἐπιείκεια καὶ ἡ ἀγάπη.

Ἡ ἴδια ἀλήθεια ἐμφανίζεται καὶ στὴν ἑπόμενη παραβολή, τοῦ Ἄσωτου Γιοῦ. Κι ἐδῶ βρίσκουμε δύο πρόσωπα, τὸν δίκαιο καὶ τὸν φαῦλο. Ὁ ἄσωτος γιὸς κατὰ μία ἔννοια εἶναι μία ἄλλη ὄψη τοῦ Τελώνη καὶ ὁ μεγάλος ἀδελφὸς μοιάζει μὲ τὸν Φαρισαῖο. Ἀλλὰ ἐδῶ δὲν εἴμαστε ἀντιμέτωποι μόνο μὲ τὴ σύγκρουση ἀνάμεσα στὸ νόμο ποὺ εἶναι ἀντικειμενικὸς καὶ γι’ αὐτὸ νεκρὸς καὶ τὸ ἔλεος ποὺ εἶναι ὑποκειμενικὸ γιατί εἶναι ζωντανὸ καὶ προσωπικό. Ἐδῶ ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ τὴν ἴδια τὴν ἁμαρτία. Τί εἶναι ἁμαρτία; Ὁρίζεται καθαρά, θὰ ἔλεγε κανείς, στὸ σύντομο διάλογο ἀνάμεσα στὸν Πατέρα καὶ τὸν γιὸ στὴν ἀρχὴ τῆς παραβολῆς. Κι ἂν θελήσουμε νὰ τὸν μεταφέρουμε στὴ σύγχρονη ἐποχὴ μὲ ἕναν ὄχι τόσο κομψὸ τρόπο σὰν τοῦ Εὐαγγελίου, θὰ τὸν συνοψίζαμε σὲ λόγια ὅπως αὐτά: “Πατέρα θέλω νὰ ζήσω ἀλλὰ στέκεσαι ἐμπόδιο στὸ δρόμο μου. Ὅσο ζεῖς ἡ περιουσία σοῦ ἀνήκει. Πρέπει, λοιπόν, νὰ φύγεις ἀπὸ τὴ μέση. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι εἶσαι ἤδη νεκρός. Δὲν μπορῶ νὰ περιμένω μέχρι νὰ πεθάνεις στ’ ἀλήθεια. Ἂς συμφωνήσουμε ὅτι ὅσο τουλάχιστον μὲ ἀφορᾶ δὲν ἔχω πιὰ πατέρα, ἀλλὰ κατέχω τὴν περιουσία του γιατί τὸν ἔχω κληρονομήσει”. Αὐτὸ εἶναι λίγο ἕως πολὺ τὸ περιεχόμενο τοῦ διαλόγου ποὺ συχνὰ διαμείβεται ἀνάμεσα σὲ γονεῖς καὶ παιδιὰ ἀλλὰ κι ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους ποὺ σχετίζονται μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλον τρόπο. Μὲ ἄλλα λόγια: “Δὲν σὲ ὑπολογίζω σὰν πρόσωπο. Στέκεσαι στὸ δρόμο μου. Τὸ μόνο ποὺ ἔχει ἀξία γιὰ μένα εἶναι ὅ,τι μπορῶ νὰ ἁρπάξω ἀπὸ σένα. Κι ἀφοῦ πάρω αὐτὸ ποὺ θέλω μπορεῖς νὰ ἐξαφανιστεῖς. Πρέπει νὰ ἀποδεχτεῖς ὅτι δὲν ὑπάρχεις”. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀπὸ τὸν Θεὸ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ δεχτοῦμε ὅσα μᾶς προσφέρει καὶ κατόπιν νὰ τὸν ἐξορίσουμε ἀπὸ τὴ ζωή μας, μὲ τὸν ἴδιο ἀδίστακτο τρόπο ποὺ ὁ Ἄσωτος λησμόνησε τὸν Πατέρα του στὴν ξένη γῆ. Ἀλλὰ καὶ τὸν συνάνθρωπό μας πρόθυμα τὸν παραμερίζουμε καὶ τὸν ἀποκλείουμε ἀπὸ τὴ ζωή μας γιατί δὲν μετράει. Αὐτὸ ποὺ μετράει εἶναι τὰ ἀντικείμενα καὶ ἡ ἐκμετάλλευσή τους.

Ὑπάρχει, ὅμως, καὶ μία ἄλλη ὄψη τῆς παραβολῆς: ἡ πείνα, ἡ δυστυχία καὶ ἡ μοναξιά, ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀποστρεφόμαστε στὴ ζωὴ κι ὅμως ἀποτελοῦν συχνὰ τὴ μόνη ἐλπίδα μας νὰ σωθοῦμε. Ὅσο διάγουμε στὴν ἄνεση τοῦ βίου ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴν πραγματική μας κατάσταση. Ἀποδεικνυόμαστε ἀνίκανοι νὰ σκύψουμε μέσα μας καὶ νὰ δοῦμε ὅτι εἴμαστε μόνοι στὴ μέση του πλήθους καὶ πάμφτωχοι στὸ κέντρο τοῦ πλούτου. Εἶναι σημαντικὸ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὅλα τὰ πικρὰ καὶ δύσκολα ποὺ ἀνταμώνουμε στὸ δρόμο μας, ὅλα αὐτὰ ποὺ μισοῦμε καὶ φοβόμαστε, εἶναι ἡ σωτηρία μας. Γιὰ μᾶς ἡ στέρηση εἶναι ὅρος οὐσιώδης. Κι ἂν δὲν ἔχουμε στερηθεῖ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ στερούμαστε στὸ σημεῖο ποὺ ἡ ἔλλειψη θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἐπίγνωση ὅτι ἀντικρίζουμε τὸν Θεὸ σὲ κατάσταση ὁλοκληρωτικῆς γύμνιας καὶ ἀνέχειας –τὴ μόνη κατάσταση ποὺ μᾶς ἀνήκει.

Ἕνας ὄμορφος μύθος διηγεῖται τὴ ζωὴ ἑνὸς πάμφτωχου ραβίνου ποὺ πρωΐ-βράδυ εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ γενναιοδωρία Του. Κάποιος ποὺ ἄκουσε τὴν προσευχὴ του ἀναρωτήθηκε: “Πῶς μπορεῖς νὰ εἶσαι τόσο ὑποκριτής; Δὲν βλέπεις ὅτι ὁ Θεός σοῦ ἔχει στερήσει τὰ πάντα;” Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: “Κάνεις λάθος. Ὁ Θεὸς μὲ κοίταξε καὶ σκέφτηκε, “αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ σωθεῖ ἔχει ἀνάγκη τὴν πείνα καὶ τὴ δίψα, τὸ κρύο καὶ τὴ μοναξιά, τὴν ἀρρώστια καὶ τὴν ἐγκατάλειψη.” Καὶ μοῦ τὰ ἔδωσε σὲ ἀφθονία”. Νὰ τὸ ἀληθινὸ χριστιανικὸ ἦθος, ἡ συμπεριφορὰ ἑνὸς πιστοῦ γιὰ τὸν ὁποῖο τὸ μόνο ποὺ ἔχει πραγματικὴ σημασία εἶναι ἡ ψυχή του. Τὸ ἴδιο μᾶς φανερώνει καὶ ἡ αὐτοσυνειδησία τοῦ Ἀσώτου.

Ὁ ἄσωτος γιὸς μᾶς διδάσκει καὶ κάτι ἀκόμα. Ἐπιστρέφει ἔχοντας προετοιμάσει τὴν ὁμολογία του: “Πατέρα ἁμάρτησα. Δὲν ἀξίζω πλέον νὰ καλοῦμαι υἱός σου. Συγκατέλεξέ με ἀνάμεσα στοὺς δούλους σου”. Ἀλλὰ ὁ Πατέρας δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ συνεχίσει. Ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας ξεστρατισμένος γιός, μία ἄσωτη θυγατέρα, ἕνας ἀνάξιος φίλος. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ ξεπερνάει τὶς δυνατότητές μας εἶναι νὰ ὑποβιβάσουμε τὴν ποιότητα τῆς σχέσης μας. Ἕνας ἀνάξιος γιὸς δὲν μπορεῖ νὰ μετατραπεῖ σὲ ἄξιο μισθοφόρο. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποτιμήσουμε αὐτὸ ποὺ μᾶς δόθηκε μὲ τὴ γέννησή μας, τὸ δικαίωμα ποὺ μᾶς χάρισε ἡ ἀγάπη. Δὲν γίνεται, δηλαδή, νὰ ψάχνουμε γιὰ συμβιβασμοὺς καὶ γιὰ νομικὲς ὁριοθετήσεις στὶς σχέσεις μας μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ λέμε: “Ἀδυνατῶ νὰ σοῦ χαρίσω τὴν καρδιά μου, ἀλλὰ θὰ σοῦ φερθῶ καλά. Δυσκολεύομαι νὰ σὲ ἀγαπήσω, ἀλλὰ θὰ σὲ ὑπηρετήσω”. Εἶναι μία ψεύτικη σχέση ποὺ ὁ Θεὸς δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ δεχθεῖ.

Τὸ τελευταῖο βῆμα στὸ δρόμο γιὰ τὴ Σαρακοστὴ μᾶς δίνεται μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ τῶν ἀμνῶν καὶ τῶν ἐριφίων ποὺ θέτει ἐνώπιόν μας τὸν ἑξῆς προβληματισμό: Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ὀφείλουμε νὰ κρίνουμε κι αὐτὸ ποὺ τελικά μᾶς κρίνει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ξεκάθαρη. Εἶναι πιθανὸν νὰ νομίζουμε ὅτι κρινόμαστε μὲ βάση τὴν ἱκανότητά μας νὰ θεολογοῦμε ἢ νὰ μετέχουμε μὲ τὴν ὑψηλὴ θεωρία σ’ ἕναν κόσμο ὑπερβατικό. Ὡστόσο, ἡ παραβολὴ μᾶς ξεκαθαρίζει ὅτι ἡ ἐρώτηση τοῦ Θεοῦ πρὶν εἰσέλθουμε στὴ Θεία πραγματικότητα εἶναι πιὸ ἁπλή: Ἔχετε γίνει ἄνθρωποι; Ἐὰν ὄχι, μὴν φαντάζεστε ὅτι θὰ μπορέσετε ποτὲ νὰ ὁμοιάσετε τὸν Θεό, τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι τὸ μέτρο γιὰ κάθε τι.

Αὐτὸ τὸ σημεῖο εἶναι σημαντικό, γιατί μόνιμα πέφτουμε σὲ μία λανθασμένου τύπου κρίση. Μετρᾶμε τὴν ἀτομική μας σχέση μὲ τὸν Θεό, πόσο πιστοὶ εἴμαστε ἢ πόσα γνωρίζουμε γιὰ τὸν Θεό, ζητήματα ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μ’ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε “πιετισμό”, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν χριστιανισμό. Ἀλλὰ ἡ ἐρώτηση τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ ἑξῆς: Εἶστε ἄνθρωποι ἢ μήπως ὑπ-άνθρωποι; Μὲ ἄλλα λόγια, εἶστε ἱκανοὶ ν’ ἀγαπήσετε ἢ ὄχι; Ἤμουν νηστικός, διψασμένος, γυμνός, φυλακισμένος, ἄρρωστος. Ἤσασταν σὲ θέση ν’ ἀνταποκριθεῖτε στὴ δυστυχία μου μὲ ὁποιοδήποτε κόστος καὶ μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά, ἢ ὄχι;

Σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἂς θυμηθοῦμε ὅσα εἴπαμε γιὰ τὸν Τελώνη καὶ τὸν Φαρισαῖο. Ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς ζητᾶ νὰ ἐκπληρώσουμε τὸ νόμο. Δὲν πρόκειται νὰ ζυγίσει τὸ ψωμὶ καὶ τὸ νερὸ ποὺ προσφέραμε, οὔτε θὰ ἀριθμήσει τὶς ἐπισκέψεις μας σὲ ἀσθενεῖς καὶ τὰ παρόμοια. Αὐτὸ ποὺ θὰ μετρήσει εἶναι ἡ ἀνταπόκριση τῆς καρδιᾶς μας. Ἡ πράξη συχνὰ καθ’ αὐτὴ δὲν σημαίνει τίποτα. Γινόμαστε ἄνθρωποι τὴ στιγμὴ πού, σὰν τὸν Τελώνη καὶ τὸν Ἄσωτο γιό, θὰ ἔχουμε φτάσει στὴν ἀγάπη καὶ ἡ καρδιά μας θὰ ἀνταποκριθεῖ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν ἀνθρώπινο πόνο. Ἔχοντας αὐτὸ κατὰ νοῦ δὲν θὰ μποῦμε ποτὲ στὴ διαδικασία νὰ αἰσθανθοῦμε δικαιωμένοι γιατί δὲν πρόκειται γιὰ ἕνα ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ νόμου ἀλλὰ στὸ κατὰ πόσον ἀφομοιώσαμε τὸ νόμο ὥστε αὐτὸς νὰ δώσει καρπὸ μέσα μας τὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης.

Ἔτσι θὰ ἀρχίσουμε νὰ κατανοοῦμε τὸν ἀνακαινιστικὸ ρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ παίξει ἡ περίοδος τῆς Σαρακοστῆς. Θὰ ἔχουμε περάσει ἀπὸ ὅλα τὰ στάδια τῆς κρίσης καὶ θὰ ἔχουμε ἀφήσει πίσω μας τὸ σκοτάδι καὶ τὸ νόμο, ἐνῶ μπροστὰ μας θὰ ἀντικρίζουμε τὸ μυστήριο τῆς σχέσης ποὺ καλεῖται “ἔλεος” ἢ “Χάρη”. Καὶ θὰ εἴμαστε πλέον ἀντιμέτωποι πρόσωπο μὲ πρόσωπο μὲ τὴν οὐσία τῆς ἀνθρωπιᾶς μας, ποὺ ἀξίζει νὰ θυμόμαστε πὼς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν ὁμοίωσή μας μὲ τὸν Χριστό.

Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις ἂς πορευτοῦμε στὸν καιρὸ τῆς νηστείας. Ἂς ξεκινήσουμε μέσα ἀπὸ τὰ ἀναγνώσματα καὶ τὶς προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ βαδίσουμε τὴ μακριὰ πορεία τῆς μετά-νοιας. Ἔτσι, θὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἐνέργεια τῆς Θείας χάρης ποὺ μόνον αὐτὴ ἔχει τὴ δύναμη νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ μοιάσουμε μὲ τὸν Χριστό.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Άγιος ιερομάρτυρας Ρηγίνος, επίσκοπος και πολιούχος Σκοπέλου

Ο Άγιος Ρηγίνος γεννήθηκε στη Λεβάδεια της Βοιωτίας, στις αρχές του 4ου  αιώνος μ.Χ. από ευσεβείς και εναρέτους γονείς, οι οποίοι τον εβοήθησαν να λάβει τη θύραθεν παιδεία αλλά και την ορθόδοξη αγωγή. Η αγάπη του για τον Κύριο και η πνευματική του πρόοδος τον μεταμόρφωσαν σε σκεύος εκλογής και σε ναό της Αγίας Τριάδος.
AgRiginos
Ο Άγιος έζησε την εποχή που εβασίλευσαν οι δύο υιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο μεν Κωνστάντιος στην Κωνσταντι­νούπολη (Ανατολή), ο δε Κώνστας στη Ρώμη (Δύση). Και οι δύο διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου είχαν ανατραφεί με τις αρχές της χριστιανικής πίστεως, αλλά ο μεν Κωνστάντιος είχε συνειδητά αποδεχθεί τον Αρειανισμό, ο δε Κώνστας παρέμεινε πιστός στις δογματικές αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνό­δου. Και οι δύο είχαν ως κοινά χαρακτηριστικά της θρησκευ­τικής τους πολιτικής, αφ’ ενός μεν την καταπολέμηση της εθνικής θρησκείας, αφ’ ετέρου δε την υπεράσπιση της ενότητος της Εκκλησία;.
Η εκκλησιαστική τους πολιτική είχε ως συνέπεια όχι μόνο τη συντήρηση, αλλά και τη διεύρυνση της εκκλησιαστικής διασπάσεως μεταξύ των οπαδών και των αντιπάλων της Α’ Οικου­μενικής Συνόδου. Οι συνεχείς παρεμβάσεις, αυθαίρετες ή μη, στα εκκλησιαστικά πράγματα υπήρξαν πηγή εντάσεως στις αρειανικές έριδες του 4ου  αιώνος μ.Χ.
Έτσι ο Άγιος απεστάλη στη νήσο Σκόπελο από τον θειο του Αχίλλειο (+15 Μαΐου, πολιούχο της πόλεως Λαρίσης), για να ενισχύσει τους εξόριστους που βρίσκονταν εκεί και να τους στερεώσει στην ορθόδοξη πίστη.
Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες του Συναξαριστού του Αγίου Αχιλλείου, ο Άγιος Ρηγίνος παρηκολούθησε τις εργα­σίες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, το έτος 325 μ.Χ. μαζί με τον Άγιο Αχίλλειο. Όμως, μολονότι καταδικάσθηκε ομόφωνα από τους θεοφόρους Πατέρες η αίρεση του Αρειανισμού, οι οπα­δοί του Αρείου δεν εξέλιπαν και συνέχιζαν να διαδίδουν τις αιρετικές δοξασίες τους. Επικράτησε εκ νέου μεγάλη αναταρα­χή στους κόλπους της Εκκλησίας, κρίση και κατά συνέπεια χωρισμός σε δύο παρατάξεις, κάτι που ανησύχησε ιδιαίτερα τους δύο αυτοκράτορες Κωνστάντιο και Κώνστα. Τελικά οι δύο αυτοκράτορες συμφώνησαν να συγκληθεί μία νέα Σύνοδος στη Σαρδική (Σόφια). Πράγματι, η Σύνοδος συγκλήθηκε στη Σαρδική, το έτος 343 μ.Χ. Στη Σύνοδο έλαβε μέρος και ο Άγιος Ρηγίνος, ο οποίος εξόντωσε όλες τις αιρέσεις με το λόγο του και την τόλμη της γνώμης του.
Μετά τη λήξη της Συνόδου ο Άγιος Ρηγίνος επέστρεψε στη Σκόπελο. Αλλά και πάλι η Εκκλησία του Χριστού εκλυδωνίσθηκε και εταράχθηκε από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινου­πόλεως Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363 μ.Χ.), ο οποίος ηθέλησε να επαναφέρει τη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων.
Στη διάρκεια των διωγμών που διέταξε ο βασιλέας, έφθασε στη Σκόπελο ο έπαρχος της Ελλάδος και των Σποράδων. Αμέ­σως εκάλεσε τον ποιμενάρχη της Σκοπέλου και του υπέδειξε να αλλάξει πίστη και να ασπασθεί την ειδωλολατρία. Όμως ο Άγιος περιφρόνησε την υπόδειξή του και ενέμεινε με πνευματι­κή ανδρεία και σταθερότητα στην πατρώα ευσέβεια. Στις 25 Φεβρουάριου του 362 μ.Χ. οδηγήθηκε για τελευταία φορά ενώ­πιον του επάρχου. Στις προτροπές του να αρνηθεί τον Χριστό, ο Άγιος δεν έδωσε καμία απάντηση. Έτσι οδηγήθηκε στο στά­διο της νήσου, όπου υπέστη και άλλα φρικτά βασανιστήρια, και ακολούθως στη θέση «Παλαβό γεφύρι», όπου αποκόπηκε από τον δήμιο η τίμια κεφαλή του. Τη νύχτα οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν μέσα στο δάσος του υπερκείμενου λόφου, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα ο τάφος του.
(Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Φεβρουάριος, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 241-244)

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Προσκυνηματική εκδρομή στα Ιεροσόλυμα





1 ΗΜΕΡΑ: ΑΘΗΝΑ- ΤΕΛ ΑΒΙΒ : Συγκέντρωση των προσκυνητών στον Ναό και αναχώρηση  για το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος της Αθήνας. Μετά  τον  σχετικό έλεγχο και 1.30 ώρας πτήσης φτάνουμε στην πρωτεύουσα του Ισραήλ το Τελ – Αβίβ. Το  προσκύνημά  μας αρχίζει αμέσως με την επίσκεψη της πόλεως Λήδα όπου βρίσκεται ο Τάφος του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Άφιξη στην Βηθλεέμ  τακτοποίηση στο ξενοδοχείο δείπνο, διανυκτέρευση
2 ΗΜΕΡΑ: ΙΕΡIΧΩ: Μετά το πρωινό αναχώρηση για την όαση της Ιεριχούς  την αρχαιότερη πόλη του κόσμου. Θα επισκεφτούμε την Ιερά Μονή Χοτζεβά όπου βρίσκεται και το σπήλαιο του Προφήτη Ηλία, το Σαραντάριο Όρος  που ο Κύριος νήστεψε σαράντα  ημέρες ,την Ιερά  Μονή Προφήτη Ελισαίου όπου βρίσκεται και η Συκομόρεα του Ζακχαίου. Επόμενος σταθμός μας η Ιερά Μονή Αβά Γερασίμου του Ιορδανίτη .  Στην επιστροφή για τα Ιεροσόλυμα θα επισκεφτούμε την Βηθανία, το Όρος των Ελαιών, την Μικρή Γαλιλαία και την Ανάληψη. Επιστροφή στην βηθλεέμ  δείπνο, διανυκτέρευση
3 ΗΜΕΡΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ – ΝΑΖΑΡΕΤ: Μετά το πρωινό αναχώρηση για την  περιοχή της Γαλιλαίας. Θα επισκεφτούμε το Όρος Θαβώρ που πραγματοποιήθηκε η Μεταμόρφωση Του Κυρίου, την πόλη Κανά που πραγματοποιήθηκε το πρώτο θαύμα Του Κυρίου , την Ναζαρέτ όπου θα επισκεφτούμε το Ναό που είναι χτισμένος στο πηγάδι που πραγματοποιήθηκε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Επόμενος σταθμός μας  η Καπερναούμ όπου θα επισκεφτούμε τον ναό  των 12 αποστόλων . Επιστροφή στην βηθλεέμ  δείπνο, διανυκτέρευση.
4 ΗΜΕΡΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ: Μετά το πρωινό  θα κατευθυνθούμε στα Ιεροσόλυμα, την Αγία Πόλη. θα επισκεφτούμε τον Ναό της Αναστάσεως, όπου θα προσκυνήσουμε τον Πανάγιο Τάφο, την Αγία Αποκαθήλωση, τον Φρικτό Γολγοθά και τα Παρεκκλήσια που στεγάζονται στον Ναό της Αναστάσεως. Ξεκινάμε την οδό του Μαρτυρίου για να επισκεφθούμε το Πραιτωριο και το σπίτι της Αγίας Άννας.  Το απόγευμα ελεύθερο. Επιστροφή στο ξενοδοχείο δείπνο, διανυκτέρευση
5 ΗΜΕΡΑ:  ΒΗΘΛΕΕΜ: Μετά το πρωινό θα γνωρίσουμε  την πόλη της Βηθλεέμ όπου θα επισκεφθούμε την Βασιλική της Γεννήσεως και το σπήλαιο των νηπίων. Επόμενος  σταθμός  το  χωριό  των  Ποιμένων  και  την  Ιερά Μ.  Αβά  Θεοδοσίου . Προαιρετικά στην Ι.Μ. Αγίου Σάββα. Στην συνέχεια θα επισκεφθούμε την Ι. Μ. Αγίου Συμεών και Τιμίου Σταυρού.  Επιστροφή στο ξενοδοχείο δείπνο, διανυκτέρευση
6 ΗΜΕΡΑ TEL AVIV – ΑΘΗΝΑ: Τις πρώτες πρωινές ώρες αναχώρηση για το αεροδρόμιο του Tel Aviv. Μετά από τον σχετικό έλεγχο πτήση  για το αεροδρόμιο της Αθήνας . Επιστροφή στο ναό.
Τέλος  εκδρομής
ΤΙΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ:             570      €
Στην  τιμή  περιλαμβάνονται:
  • Αεροπορικά  Εισιτήρια  ΑΘΗΝΑ- ΤΕΛ ΑΒΙΒ – ΑΘΗΝΑ
  • Διαμονή  σε  δικλινα δωμάτια   
  • Πρωινό & ένα γεύμα καθημερινά στα ξενοδοχεία
  • Όλες οι εκδρομές όπως αναφέρονται στο πρόγραμμα
  • Αρχηγός – Συνοδός
Στην  τιμή  δεν  περιλαμβάνονται
  • Ότι  αναφέρεται  προαιρετικά  στο  πρόγραμμα  
  • Επίσκεψη στον Αγιο Σάββα  10 ευρω
  • Τελεφερικ στο Σαραντάριο 11 ευρώ

  • Ο αρχηγός κάθε εκδρομής μπορεί να αλλάξει το πρόγραμμα της εκδρομής εφόσον κριθεί απαραίτητο.
  • Η έγκαιρη δήλωση συμμετοχής εξασφαλίζει την επιτυχία της εκδρομής.

Πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής στο τηλέφωνο:  210 5614491

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Η Σημασία του Ψυχοσάββατου

Σήμερα Σαββάτο προ των Απόκρεω και στους απανταχού της οικουμένης ορθόδοξους ναούς τελούνται πάνδημα ιερά μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως πάντων των απ’ αιώνος ορθοδόξων χριστιανών. Σαν φιλόστοργη μάνα η Εκκλησία μας, θυμάται όλους εκείνους τους χριστιανούς οι οποίοι κατά καιρούς απέθανων άωρα ή εις ξενιτείαν ή εις όρη και κρημνούς, ίσως δε και πένητες όντες ουκ αξιώθησαν των διατεταγμένων μνημοσύνων. Πόσο μεγάλη αγάπη κρύβει για όλα τα τέκνα της η εκκλησία. Όλοι θέλει να ωφελούνται και ζωντανοί και κεκοιμημένοι. Και σήμερα μία ημέρα πριν στους ναούς ακουσθεί η ευαγγελική περικοπή της Κρίσεως, της Δευτέρας Παρουσία του Κυρίου, στην οποία ο Χριστός μας παρουσιάζει το κριτήριο με το οποίο θα κριθούμε και το οποίο δεν είναι άλλα από την αγάπη, η Εκκλησία μας προβαίνει σε μία πράξη απέραντης αγάπης τελώντας κοινό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους χριστιανούς. Σήμερα η στρατευόμενη εκκλησία, όλοι εμείς, ενώνουμε τις προσευχές μας και παρακαλούμε να τάξει εν σκηναίς δικαίων όχι μόνο τους αγαπημένους γονείς, συγγενείς και φίλους, αλλά όλους εκείνους που έχουν φύγει από τούτο τον κόσμο από την εποχή του Αδάμ μέχρι και τις ημέρες μας. Το ψυχοσάββατο δείχνει περίτρανα ότι όλοι μας είμαστε αδέλφια εν Χριστώ για αυτό και προσευχόμαστε για αυτούς σαν να είναι δικοί μας.

Η Εκκλησία μας, από την ίδρυσή της ακόμα έδειξε μεγάλη αγάπη και ενδιαφέρον για τους κεκοιμημένους. Οι αποστολικές διαταγές ορίζουν τα μνημόσυνα  και ειδικότερα τα τρίτα, τα ένατα, τα τεσσαρακοστά και τα ενιαύσια. Ενώ η λαϊκή ευσέβεια έχει καθιερώσει και την επιτέλεση ιερών μνημοσύνων και κατά τους τρις, έξι και εννέα μήνες μετά την κοίμηση των προσφιλών κεκοιμημένων αδελφών μας.

Γιατί όμως σήμερα τελείτε πάνδημο μνημόσυνο; Όπως αναφέραμε παραπάνω την αυριανή Κυριακή στους ιερούς μας ναούς διαβάζετε το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κρίσεως, της φοβεράς και ενδόξου Δευτέρας Παρουσίας του  Κυρίου, οπότε και  βίβλοι ανοίγονται και πράξεις ελέγχονται και τα κρυπτά του σκότους δημοσιεύονται. Θυμόμαστε την ημέρα αυτή οπότε και θα έλθει ο Ιησούς Χριστός για να κρίνει ζώντας και νεκρούς και για αυτό η εκκλησία μας καθικετεύει για όλα τα κεκοιμημένα τέκνα της τον πανοικτίρμονα Κύριο να φάνει ίλεως κατ’  αυτή την ημέρα.

Είναι ιδιαίτερα συγκινητικό να βλέπουμε τους χριστιανούς κατ’ αυτή την ημέρα να συρρέουν στους ναούς με τα κόλλυβα και τα ονόματα των κεκοιμημένων τους. είναι συγκινητικό να βλέπει γονείς μαζί με τα παιδιά τους να στέκονται στα σπίτια τους να προετοιμάζουν το «γεύμα», όπως το έχει ονομάσει η παράδοση του λαού μας, το κόλλυβο αυτής της ημέρας, για τους αγαπημένους τους οι οποίοι δεν βρίσκονται ποια στην ζωή. Να κάθονται ώρα για να γράψουν τα δίπτυχα με προσοχή για να μην ξεχάσουν κανέναν και ακόμα να προσθέτουν και  ονόματα γνωστών και γειτόνων, οι οποίοι δεν έχουν κανένα συγγενή για να  τους θυμηθεί και να παραδίδουν έτσι στα παιδιά τους, την ευλαβή αυτή συνήθεια για να την επιτελέσουν και αυτά για αυτούς όταν θα φύγουν από αυτή την ζωή.

Και κάποιος μπορεί να ρωτήσει ωφελούν τα μνημόσυνα; Ναι ωφελούν γιατί οι ψυχές αισθάνονται τις προσευχές που προσφέρονται για αυτούς και είναι ευγνώμονες που τους θυμόμαστε. Έχουν ανάγκη οι κεκοιμημένοι αδελφοί μας από τις φροντίδες μας και οφείλουμε να τους τις παρέχουμε γιατί ωφελούνται. Για αυτό ας ακούσουμε την φωνή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού ο οποίος μας λέει: Αν αγαπάτε τους αποθαμμένους, κάμνετε ότι ημπορείτε δια την ψυχήν των. Συλλείτουργα, μνημόσυνα, νηστείας, προσευχάς, ελεημοσύνας»

Ιερ. Μ.Κ

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Κυριακή των Απόκρεω





Η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στο πιο φοβερό γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, στη μέλλουσα Κρίση, ως απαραίτητος προβληματισμός των πιστών αυτή την αγωνιστική αυτή περίοδο.
Η μέλλουσα Κρίση είναι θεμελιώδης πίστη της χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία θα επισυμβεί στο τέλος αυτού του πρόσκαιρου κόσμου και περιγράφεται σαφέστατα στο ευαγγέλιο του Ματθαίου (25,31-46). Ο Κύριος, λίγο πριν το πάθος Του, ομιλώντας για τα έσχατα και μετά τις παραστατικές παραβολές των δέκα παρθένων και των ταλάντων είπε πως, όταν έρθει ο Ίδιος στη Δεύτερη και φοβερή παρουσία Του «εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ' αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των εριφίων, και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού΄ δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλαθατε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες΄ Κύριε πότε σε είδομεν πεινόντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή, και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς΄ αμήν λέγω υμίν , εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ' ευωνύμων΄ πορεύεσθε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού… εφ' όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ.25,31-46).
Η μέλλουσα κρίση είναι αναπόφευκτη και απορρέει από την απόλυτη δικαιοσύνη του Θεού. Την παρέλευση αυτού του φθαρτού και τραυματισμένου από την αμαρτία κόσμου θα επισφραγίσει η μεγάλη και αδέκαστη κρίση του Χριστού, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την είσοδο στη νέα πραγματικότητα της βασιλείας του Θεού. Οι άνθρωποι, ως ελεύθερα όντα, πρέπει να τοποθετηθούν στη βασιλεία του Χριστού ανάλογα με τη δική τους επιλογή σε αυτή τη ζωή. Ύψιστο κριτήριο της κρίσεως θα είναι η στάση και συμπεριφορά τους απέναντι στους συνανθρώπους τους. Η θετική ή η αρνητική στάση τους θα κρίνει τελικά αν θα είναι κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού, ή θα είναι προορισμένοι να ριχτούν στην αιώνια κόλαση, όπου «εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ.24,51).
Η ενθύμηση της φοβερής μελλούσης Κρίσεως στην αρχή του Τριωδίου είναι απαραίτητη, διότι απώτερος σκοπός του όλου πνευματικού αγώνα μας είναι να βρεθούμε εκ δεξιών του Δεσπότη Χριστού, κατά τη μεγάλη K ρίση. Αυτό είναι αποτυπωμένο κάλλιστα στην υπέροχη υμνωδία της ημέρας. Οι άγιοι υμνογράφοι συνέθεσαν διδακτικότατα τροπάρια, τα οποία προτρέπουν τους πιστούς να συναισθανθούν την επερχόμενη βεβαία και φοβερή Κρίση. Σε ένα από αυτά ψάλλουμε: «Την φοβεράν της κτίσεως, και αρρήτου σου δόξης, ημέραν ενθυμούμενος, φρίττω, Κύριε, όλως και τρέμων φόβω κραυγάζω΄ Επί γης όταν έλθης, κρίναι, Χριστέ, τα σύμπαντα, ο Θεός μετά δόξης, τότε οικτρόν, από πάσης ρύσαί με τιμωρίας, εκ δεξιών σου, Δέσποτα, αξιώσας με στήναι».

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Όσια Φιλοθέη: Η κυρά των Αθηνών

Η αγία Φιλοθέη γεννήθηκε στην Αθήνα από γονιούς άρχοντες, μοναχοπαίδι του Αγγέλου Μπενιζέλου και της Συρίγας. Φιλοθέη ονομάσθηκε όταν έγινε καλογρηά, αλλά το πρώτο όνομά της ήταν Ρεβούλα. Η μητέρα της ήτανε στείρα και παρακαλούσε το Θεό να της δώσει τέκνο, και μία νύχτα είδε πως βγήκε από το εικόνισμα της Παναγίας ένα φως δυνατό και πως μπήκε στην κοιλιά της. Κι  ἀληθινά, το φως εκείνο ήτανε η αγιασμένη ψυχή της κόρης που γέννησε σ  ἐννιὰ μήνες.
Από μικρή φανέρωνε με τα φερσίματα και με τα αισθήματά της ποιά θα γινότανε υστερώτερα, στολισμένη με κάθε λογής αρετή. Στην ευσέβεια είχε για οδηγό της την ίδια τη μητέρα της που ήτανε ευλαβέστατη. Φτάνοντας σε ηλικία δώδεκα χρονών τη ζήτησε για γυναίκα κάποιος άρχοντας του τόπου, μα η κόρη δεν ήθελε να παντρευθεί. Αλλά επειδή οι γονιοί της την παρακαλούσανε, η τρυφερή ψυχή της δεν βάσταξε να τους λυπήσει και να τους παρακούσει και στο τέλος παραδέχθηκε να πανδρευθεί με εκείνον τον πλούσιο άνθρωπο, που ήτανε όμως πολύ φτωχός στην ψυχή, διεστραμμένος και κακός. Τρία χρόνια έζησε μαζί του η Ρεβούλα κάνοντας υπομονή στα απότομα φερσίματά του, ως που ο άνδρας της πέθανε κι  ἀπόμεινε χήρα. Οι γονιοί της θελήσανε να την ξαναπανδρέψουνε, μα αυτή τους είπε καθαρά πως έταξε να γίνει καλόγρηα.
Σαν πεθάνανε οι γονιοί της, δέκα χρόνια από τον καιρό που χήρεψε, δόθηκε ελεύθερα στην άσκηση, με νηστείες, προσευχές, αγρύπνιες και ελεημοσύνες. Κατήχησε τις υπηρέτριές της και τις έκανε δοχεία του Πνεύματος. Κατά θέλημα του αγίου Ανδρέα που είδε στον ύπνο της, έχτισε ένα μοναστήρι με εκκλησία στόνομά του. Είναι η εκκλησιά που σώζεται ακόμα πλάγι στο μέγαρο της Αρχιεπισκοπής στην οδό Αγίας Φιλοθέης. Αφού τελείωσε το μοναστήρι, η Ρεβούλα χειροθετήθηκε μοναχή με τόνομα Φιλοθέη. Οι πρώτες αδελφές που ζήσανε μαζί της ήτανε οι δουλεύτρες που είχε στο πατρικό σπίτι της. Με τον καιρό έδραμαν πλήθος άλλες παρθένες κι  ἀπὸ αρχοντικές οικογένειες και ντυθήκανε το μοναχικό σχήμα. Ζήσανε αγωνιζόμενες τον καλόν αγώνα με υποταγή στην άξια ηγουμένισσα που τις διοικούσε στον πνευματικό δρόμο σαν κάποια αγία Συγκλητική. Τα αγιασμένα λόγια της έμπαιναν στην καρδιά τους σαν δροσιά και άνθιζαν μέσα τους τα εύοσμα άνθη των αρετών. Και τα έργα της βεβαιώνανε τα λόγια της κατά τα λόγια του Χριστού που λέγει: «Ος δ  ἂν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε´, 19).
Όπου μάθαινε πως βρίσκεται φτωχός, δυστυχισμένος, άρρωστος, χαροκαμένος, έτρεχε σε βοήθειά του με περισσότερη προθυμία παρά αν έπαιρνε η ίδια τη βοήθεια απ  ἄλλον. Έχτισε νοσοκομεία και γηροκομεία κοντά στο μοναστήρι της κι  ἡ αγία Φιλοθέη δεν φρόντιζε μοναχά για τη γιατρειά τους και για τη σωματική τροφή τους αλλά και για την πνευματική. Με τον καιρό, πληθύνανε τόσο πολύ οι αδελφές που μπήκανε στο μοναστήρι της, που δυστυχούσανε από κάθε πράγμα επειδή δεν μπορούσε η ηγουμένη να απαντήσει τα μεγάλα έξοδα, κ  οἱ καλογρηές γογγύζανε. Μα η αγία τις καταπράϋνε με λόγια υπομονετικά, κι  ὁ Θεός έστελνε τη βοήθειά του πότε μ  ἕναν τρόπο και πότε με άλλον ως που περνούσε η στενοχώρια.
Εξόν από τα ντόπια κορίτσια που συμμάζευε στο μοναστήρι της, έδινε προστασία και σε ξένες γυναίκες που ερχόντανε στην Αθήνα από διάφορα μέρη σκλαβωμένες από τους Τούρκους. Με τι κινδύνους και με τι βάσανα τις προστάτευε δεν είναι μπορετό να γράψουμε καταλεπτώς σε τούτο το σύντομο σημείωμα. Τέσσερες απ  αὐτὲς τις σκλάβες είχανε ακουστά την αγία Φιλοθέη κι  ἐπειδὴ τις βασανίζανε οι αφεντάδες τους να αρνηθούν την πίστη τους, φύγανε κρυφά και καταφύγανε στο μοναστήρι. Η αγία τις πήρε μέσα και τις στερέωσε στην πίστη τους και περίμενε εύκαιρη περίσταση για να μπορέσει να τις στείλει στον τόπο τους.
Μα οι Τούρκοι, που είχανε τις σκλάβες, μάθανε πως τις είχε περιμαζέψει η Φιλοθέη και μπήκανε σαν θηρία στο κελλί της που κειτότανε άρρωστη και την τραβήξανε και την πήγανε στον πασά. Και κείνος πρόσταξε να τη ρίξουνε στη φυλακή. Η αγία δεν φοβήθηκε, αλλά ετοιμάσθηκε να χύσει το αίμα της για την πίστη του Χριστού. Την άλλη μέρα μαζευθήκανε πολλοί Τούρκοι και φωνάζανε να σκοτώσουνε την αγία. Κι  ὁ πασάς πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή και να την παρουσιάσουνε μπροστά του, και της είπε να διαλέξει ανάμεσα στα δυό, ή ν’  ἀρνηθεῖ την πίστη της ή να κοπεί το κεφάλι της. Μα η αγία απάντησε με αφοβία πως είναι έτοιμη να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Ο πασάς θάβγαζε την απόφαση να κόψουνε το κεφάλι της, αλλά προφθάσανε κάποιοι επίσημοι χριστιανοί και με τα παρακάλια τους αλλάξανε τη γνώμη του πασά και πρόσταξε να τη βγάλουνε από τη φυλακή.
Γυρίζοντας στο μοναστήρι της η οσία, δεν έπαψε να πορεύεται όπως και πριν στο δρόμο του Χριστού. K  ἐπειδὴ πληθαίνανε ολοένα οι μαθήτριές της, έχτισε κι  ἄλλο μοναστήρι στην τοποθεσία Πατήσια, κι  αὐτὸ στόνομα του αγίου Ανδρέα. Αλλά έχτισε μετόχια και στη Τζια και στην Αίγινα, κι  ἐκεῖ έστελνε τις αδελφές που έπρεπε να μακρύνουνε από την Αθήνα για κάποια αιτία. Σ  ὅλα αυτά τα ασκητήρια οι καλογρηές δουλεύανε στους αργαλειούς και σε άλλα εργόχειρα, σαν τις προκομμένες μέλισσες μέσα στο κουβέλι. Φτωχά κι  ὀρφανὰ κορίτσια βρήκανε προστασία κ  ἐργασία μέσα σ  ἐκεῖνα τα καταφύγια. Σε ο,τι κτήματα είχε η αγία από τους γονιούς της, έχτισε μοναστήρια και φτωχοκομεία. Kι  είχε πολλή περιουσία.
Ένας προπάππος της είχε πάρει τη «δεχατέρα του αφέντη της Αθήνας και πήρε προίκα όλη την Κηβισιά και τον Αχλαδόκαμπο που είναι πριν από το Χαλιάντρι». Στο κτήμα που είχε στον Περισό έχτισε άλλο μοναστήρι στο μέρος που το λένε τώρα Καλογρέζα. Όλη η φτωχολογιά την είχε σαν πονετικιά μάνα. Με κάθε τρόπο πάσχιζε να ανακουφίσει τους δυστυχισμένους, τους τάιζε, τους άνοιγε πηγάδια για νάχουνε νερό, τους γιάτρευε, τους έβρισκε δουλειά. Ο κόσμος την έλεγε «κυρά δασκάλα».
Την παραμονή του αγίου Διονυσίου στα 1589 η αγία Φιλοθέη βρισκότανε στο μοναστηράκι πούχε χτισμένο στα Πατήσια. Το βράδυ συναχθήκανε οι αδελφές για να κάνουνε αγρυπνία. Κάποιοι Αγαρηνοί, που την εχθρευόντανε από καιρό, πηδήσανε από τη μάντρα και πιάνοντας την αγία αρχίσανε να τη χτυπάνε ως που την αφήσανε μισοπεθαμένη. Την άλλη μέρα τη σηκώσανε οι αδελφές και την πήγανε στο μετόχι πούχε στον Περισό. Σαν συνέφερε λίγο, έπιασε την προσευχή, ευχαριστώντας το Θεό γιατί αξιώθηκε να πληρωθεί με κακία για τα καλά που έκανε στους ανθρώπους και να μοιάσει σ  αὐτὸ με τον Χριστό, κατά τα λόγια του αποστόλου Πέτρου που λέγει: «καθό κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε» (Α´ Πέτρ. δ´ 13). Στις 19 Φεβρουαρίου του 1589 παρέδωσε την καθαρή ψυχή της στον Κύριο, που υπόμεινε τόσα βάσανα για την αγάπη του. Το άγιο σκήνωμά της θάφτηκε στο μοναστηράκι της Καλογρέζας κι  ἀπὸ κει έγινε η ανακομιδή των λειψάνων στην εκκλησιά του αγίου Ανδρέα που βρίσκεται στη σημερινή Αρχιεπισκοπή.

Φώτη Κόντογλου 

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Βυζάντιος σώζει τη Μυτιλήνη από την πανώλη

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Βυζάντιος ανήκει στη χορεία των Νεομαρτύρων Αγίων. Μαρτύρησε υπέρ Χριστού του Θεού στη Μυτιλήνη την 17η Φεβρουαρίου του 1795, σε ηλικία 21 έτους. Μετά από τους βασανισμούς των Τούρκων και την μαρτυρική τελευτή του, ενταφιάσθηκε εντός μιας Εκκλησίας της Μυτιλήνης, καλουμένης Παναγίας Χρυσομαλλούσας.

Το σεπτό Λείψανο του Αγίου Θεοδώρου, επί μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιερεμίου (1798), μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχου, μετεφέρθη εν αγνοία των τουρκικών αρχών, καί εναπετέθη ευλαβώς στην κρύπτη του Ιερού Βήματος του Μητροπολιτικού ναού, όπου παρέμεινε επί 34 έτη, δηλαδή μέχρι του έτους 1832…
Από του έτους τούτου γνωρίζουμε τον Άγιο Θεόδωρο ως Προστάτη και Πολιούχο της Μυτιλήνης και της Λέσβου γενικότερα. Η θανατηφόρος πανώλη, η οποία εμάστιζε την Μυτιλήνη κατά το έτος τούτο (1832), επί μητροπολίτου Μυτιλήνης Πορφυρίου, καί η οποία, κατά δεκάδας έρριπτε στους τάφους τούρκους καί χριστιανούς, ανεξαρτήτως τάξεως καί ηλικίας, ανάγκασε τους κατοίκους να εγκαταλείψουν την πόλη, για τον φόβο της μολύνσεως, καί να φύγουν στους πέριξ της πόλεως λόφους. Φόβος καί τρόμος καί σκιά θανάτου εκάλυπτε τα πάντα για αρκετό χρόνο. Και οι αρχές ακόμη αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη, για τον φόβο της μολύνσεως, καί να φύγουν στους πέριξ της πόλεως λόφους. Στην πόλη έμειναν οι ασθενείς καί όσοι τους περιποιόνταν, βέβαιοι ότι και σ’ αυτούς θα μετεδίδετο η φοβερά ασθένεια.
Συνεργεία ιατρών εστάλησαν από την Κωνσταντινούπολη καί πάντα τα μέτρα ελήφθησαν, χωρίς εν τούτοις να υποχωρήσει η πληγή της θανατηφόρου πανώλης. Αλλά τους Αγίους αυτού «εθαυμάστωσεν ο Κύριος». Ό,τι δεν μπόρεσαν να επιτύχουν τα πολυπληθή συνεργεία των ιατρών καί τα φάρμακα καί τα λαμβανόμενα προληπτικά μέτρα, κατόρθωσαν να επιτύχουν οι προς τον Κύριον πρεσβείες του Νεομάρτυρος Θεοδώρου.
Σε αυτές τις κρίσιμες ημέρες, καί δη την νύκτα της Παρασκευής της α’ εβδομάδος των νηστειών, ενεφανίσθη εν ονείρω ο Άγιος στον τότε πρωτοσύγκελο Καλλίνικο, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Μυτιλήνης καί Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, καί του παρήγγειλε να ειπεί στον Μητροπολίτη να συγκαλέσει τους χριστιανούς από τις εξοχές καί τα προάστια, στα οποία είχαν καταφύγει, να προσέλθουν όλοι στον Μητροπολιτικό ναό, να γίνει ολονύκτια εκεί δέηση προς τον Θεό, καί να εξαχθεί καί το Λείψανο του Αγίου από της κρύπτης. Ο πρωτοσύγκελος Καλλίνικος δεν έδωκε σημασία στο όνειρο. Αλλά μετά από μία εβδομάδα, καί πάλι την νύκτα της Παρασκευής, το ίδιο όνειρο, ζωηρότερο αυτή την φορά, συνταράσσει τον Καλλίνικο καί η μορφή του Αγίου αυστηρότερα τον επιπλήττει για την αμέλεια καί αδιαφορία, την οποίαν επέδειξε ως προς την εκτέλεση της παραγγελίας του.
Αμέσως αυτή την φορά ανακοίνωσε ο Πρωτοσύγκελος στον Μητροπολίτη την εντολή του Αγίου. Πάραυτα ο Μητροπολίτης επισκέπτεται τον τούρκο διοικητή της πόλεως καί ζητεί παρ’ αυτού άδεια όπως επιτρέψει την τέλεση της αγρυπνίας. Προθυμότατα εν απογνώσει ο διοικητής, χορηγεί την προς τούτο άδεια. Καί οι «Κράχτες» εσπευσμένως καλούν τους χριστιανούς στην ολονύκτιο δέηση. Διαμαρτύρονται οι ιατροί για την χορήγηση της αδείας, φοβούμενοι την εκ του συνωστισμού μετάδοση της ασθενείας. Πλην όμως, τα πλήθη των χριστιανών μετά θερμής πίστεως προσέρχονται καί προσεύχονται μέχρι πρωίας για την υγεία τους. Τις πρωινές ώρες, Μητροπολίτης καί Πρωτοσύγκελος κατέρχονται στην κρύπτη του Ιερού και εξάγουν το ιερό Λείψανο του Αγίου καί εν πομπή περιφέρουν τούτο πέριξ του Ναού. Οι προσευχές των χριστιανών καί οι πρεσβείες του Αγίου ενώνονται καί ως θυμίαμα ευώδες κατευθύνονται προς τον Κύριο των δυνάμεων.
Απ’ εκείνης της ώρας ουδείς θάνατος εσημειώθη. Η πόλη ονόμασε τον Άγιο Θεόδωρο, Πολιούχο. Τούρκοι καί Χριστιανοί εξεδήλωσαν παντοιοτρόπως την ευγνωμοσύνη τους προς τον Θεό καί τον προστάτη Άγιο.
Έκτοτε το σεπτό Λείψανο παραμένει στο κεντρικό κλίτος του Μητροπολιτικού Ναού καί αποτελεί τιμαλφή θησαυρό της Εκκλησίας της Μυτιλήνης, ο δε άγιος Θεόδωρος τιμάται ως Πολιούχος της Λέσβου.
Σε ανάμνηση του θαύματος τούτου από του 1936, προνοία του αειμνήστου μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου του από Δυρραχίου καθιερώθηκε και επικυρώθηκε δια βασιλικού διατάγματος της 8-5-1937, ειδική παλλεσβιακή πανήγυρης, (ανακομιδή του ιερού Λειψάνου και της κατ’ αυτήν διασώσεως της πόλεως από της πανώλους), εορταζομένη μετά πάσης λαμπρότητος δια πανδήμου λιτανεύσεως του ιερού Λειψάνου, την 4ην Κυριακή του Πάσχα, ήτοι Κυριακή του Παραλύτου.
Βιβλιογραφία: «Ο Άγιος Θεόδωρος ο Βυζάντιος, Πολιούχος Μυτιλήνης» του Γ. Π. Σωτηρίου.

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλά για τον Άσωτο της ευαγγελικής παραβολής


Ήταν δυό αδέλφια· τα οποία, αφού μοιράστηκαν αναμεταξύ τους την πατρική περιουσία, ο ένας έμεινε στο σπίτι, ενώ ο άλλος έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί, αφού κατέφαγε όλα όσα του δόθηκαν, δυστύχησε και υπέφερε μη υπομένοντας τη ντροπή από τη φτώχεια. (Λουκά 15: 11 κ.ε.) Αυτή την παραβολή θέλησα να σάς την πω, για να μάθετε, ότι υπάρχει άφεση αμαρτημάτων και μετά το Βάπτισμα, εάν είμαστε προσεκτικοί. Και το λέγω αυτό όχι για να σάς κάνω αδιάφορους, αλλά για να σάς απομακρύνω από την απόγνωση. Γιατί η απόγνωση μας προξενεί χειρότερα κακά και από τη ραθυμία.

Αυτός λοιπόν ο υιός αποτελεί την εικόνα εκείνων που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα. Και ότι φανερώνει εκείνους που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα, αποδεικνύεται από το ότι ονομάζεται υιός. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ονομασθεί υιός χωρίς το Βάπτισμα. Επίσης διέμενε στην πατρική οικία και μοιράστηκε όλα τα πατρικά αγαθά, ενώ πριν από το Βάπτισμα δεν μπορεί κανείς να λάβει την πατρική περιουσία, ούτε να δεχθεί κληρονομία. Ώστε μ όλα αυτά μας υπαινίσσεται το σύνολο των πιστών.
Επίσης ήταν αδελφός εκείνου που είχε προκόψει. Αδελφός όμως δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την πνευματική αναγέννηση. Αυτός λοιπόν, αφού έπεσε στη χειρότερη μορφή κακίας, τι λέγει: «Θα επιστρέψω στον πατέρα μου» (Λουκά 15:18). Γι αυτό ο πατέρας του τον άφησε και δεν τον εμπόδισε να φύγει στην ξένη χώρα, για να μάθει καλά με την πείρα, πόση ευεργεσία απολάμβανε όταν βρισκόταν στο σπίτι. Γιατί πολλές φορές ο Θεός, όταν δεν πείθει με το λόγο του, αφήνει να διδαχθούμε από την πείρα των πραγμάτων, πράγμα βέβαια που έλεγε και στους Ιουδαίους.
Επειδή δηλαδή δεν τους έπεισε ούτε τους προσέλκυσε, απευθύνοντάς τους αμέτρητους λόγους με τους προφήτες, τους άφησε να διδαχθούν με την τιμωρία, λέγοντάς τους: «Θα σε διδάξει η αποστασία σου και θα σε ελέγξει η κακία σου» (Ιερ. 2, 19). Γιατί έπρεπε να Του είχαν εμπιστοσύνη από πριν. Επειδή όμως ήταν τόσο πολύ αναίσθητοι, ώστε να μη πιστεύουν στις παραινέσεις και τις συμβουλές Του, θέλωντας να προλάβει την υποδούλωσή τους στην κακία, επιτρέπει να διδαχθούν από τα ίδια τα πράγματα, ώστε έτσι να τους κερδίσει και πάλι.

     Αφού λοιπόν ο άσωτος έφυγε στην ξένη χώρα και από τα ίδια τα πράγματα έμαθε πόσο μεγάλο κακό είναι να χάσει κανείς το πατρικό του σπίτι, επέστρεψε, και ο πατέρας του τότε δεν του κράτησε κακία, αλλά τον δέχτηκε με ανοιχτή αγκαλιά. Γιατί άραγε; Επειδή ήταν πατέρας και όχι δικαστής. Και στήθηκαν τότε χοροί και συμπόσια και πανηγύρια και όλο το σπίτι ήταν φαιδρό και χαρούμενο. Τι μου λες τώρα άνθρωπέ μου; Αυτές είναι οι αμοιβές της κακίας; Όχι της κακίας, άνθρωπε, αλλά της επιστροφής. Όχι της πονηρίας, αλλά της μεταβολής προς το καλύτερο.
Και ακούστε και το σπουδαιότερο: Αγανάκτησε γι αυτά ο μεγαλύτερος υιός. Ο πατέρας όμως τον έπεισε κι αυτόν μιλώντας του με πραότητα και λέγοντας, «συ πάντοτε ζούσες μαζί μου, ενώ αυτός ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του» (Λουκά 15:31-32). Όταν πρέπει να διασώσει τον χαμένο, λέγει: «Δεν είναι ώρα τώρα για δικαστήρια, ούτε για λεπτομερή εξέταση, αλλά είναι ώρα μόνο φιλανθρωπίας και συγγνώμης.» Κανένας ιατρός, που έχει αμελήσει ο ίδιος να δώσει φάρμακο στον ασθενή, δεν ζητεί ευθύνες απ αυτόν για την αταξία του και ούτε τον τιμωρεί. Και αν ακόμα χρειαζόταν να τιμωρηθεί ο άσωτος, τιμωρήθηκε αρκετά ζώντας στην ξένη χώρα.
Τόσο λοιπόν χρόνο στερήθηκε τη συντροφιά μας και έζησε παλεύοντας με την πείνα, την ατίμωση και τα χειρότερα κακά. Γι αυτό λέγει ο πατέρας: «ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του». Μη βλέπεις, λέγει, τα παρόντα, αλλά σκέψου το μέγεθος της προηγούμενης συμφοράς. Αδελφό βλέπεις, όχι ξένο. Στον πατέρα του επέστρεψε, που ξεχνάει τα περασμένα η καλύτερα που θυμάται εκείνα μόνο τα οποία μπορούν να τον οδηγήσουν σε συμπάθεια και έλεος, σε στοργή και ευσπλαγχνία τέτοια που ταιριάζει στους γονείς. Γι αυτό δεν είπε, εκείνα που έπραξε ο άσωτος, αλλά εκείνα που έπαθε. Δεν λυπήθηκε ότι κατέφαγε την περιουσία του, αλλ' ότι περιέπεσε σ' αμέτρητα κακά.
Έτσι έψαχνε με τόση προθυμία και με ακόμα μεγαλύτερη να βρει το χαμένο πρόβατο. Και εδώ βέβαια γύρισε πίσω ο ίδιος ο υιός, ενώ στην παραβολή του καλού Ποιμένος έφυγε ο ίδιος ο ποιμένας. Και αφού βρήκε το χαμένο πρόβατο το έφερε πίσω, και χαιρόταν πολύ περισσότερο γι αυτό, παρά για όλα τα άλλα τα σωσμένα. Και πρόσεχε πως έφερε πίσω το χαμένο πρόβατο: Δεν το μαστίγωσε, αλλά μεταφέροντάς το και βαστάζοντάς το στους ώμους του, το παρέδωσε πάλι στο κοπάδι.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ότι όχι μόνο δεν μας αποστρέφεται όταν επιστρέφομε κοντά Του, αλλά μας δέχεται το ίδιο αγαπητικά με τους άλλους που έχουν προκόψει στην αρετή. Και ότι όχι μόνο δεν μας τιμωρεί, αλλά και έρχεται ν αναζητήσει τους πλανημένους. Και όταν τους βρει, χαίρεται περισσότερο απ όσο χαίρεται για εκείνους που έχουν σωθεί. Ούτε πρέπει ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε στην κατηγορία των κακών, αλλά ούτε όταν είμαστε καλοί να έχουμε θάρρος.
Ασκώντας την αρετή να φοβόμαστε μήπως πέσομε, στηριζόμενοι στο θάρρος μας. Και όταν αμαρτάνουμε να μετανοούμε. Και εκείνο που είπα αρχίζοντας την ομιλία, αυτό λέγω και τώρα: Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο, δηλαδή και το να έχουμε θάρρος όταν είμαστε ενάρετοι, και το ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε πεσμένοι στην κακία.
Γι αυτό ο Παύλος, για ν' ασφαλίσει εκείνους που ασκούν την αρετή, έλεγε: «Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει» (Α' Κορ. 10, 12). Και πάλι: «Φοβάμαι μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος βρεθώ ανάξιος» (Β' Κορ. 11, 3). Ανορθώνοντας πάλι τους πεσμένους και διεγείροντάς τους σε μεγαλύτερη προθυμία διακήρυττε έντονα στους Κορινθίους γράφοντας τα εξής: «Μήπως πενθήσω πολλούς που αμάρτησαν προηγουμένως και δεν μετανόησαν» (Β' Κορ. 12, 21). Για να δείξει ότι είναι άξιοι θρήνων όχι τόσο εκείνοι που αμαρτάνουν, όσο εκείνοι που δεν μετανοούν για τα αμαρτήματά τους. Και ο προφήτης πάλι λέγει: «Μήπως εκείνος που πέφτει δεν σηκώνεται, η εκείνος που παίρνει στραβό δρόμο δεν επιστρέφει;» (Ιερ. 8, 4). Γι αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί αυτούς ακριβώς, λέγοντας: «Σήμερα, εάν ακούσετε τη φωνή Αυτού, μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως τότε που Τον παραπίκραναν οι πατέρες σας» (Ψαλμ. 94, 8).

     Όσο λοιπόν θα υπάρχει το σήμερα, ας μη απελπιζόμαστε, αλλ έχοντας ελπίδα προς τον Κύριο και έχοντας κατά νουν το πέλαγος της φιλανθρωπίας Του, αφού αποτινάξουμε κάθε τι το πονηρό από τη σκέψη μας, ας ασκούμε με πολλή προθυμία και ελπίδα την αρετή, και ας επιδείξουμε μετάνοια με όλη τη δύναμή μας.
Έτσι αφού απαλλαχθούμε απ' όλα τ αμαρτήματά μας εδώ στη γη, να μπορέσουμε με θάρρος να σταθούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού, και να επιτύχουμε τη βασιλεία των ουρανών, την οποία εύχομαι να επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 



Read more:http://www.egolpion.com/xrusostomos_aswtou.el.aspx#ixzz2tNkWXdYw

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

ΕΚΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΕΠΗΚΟΟΥ ΚΑΙ ΟΣΙΟΥ ΜΕΛΕΤΙΟΥ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΝΙΚΑΙΑΣ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΛΕΟΥΣΗΣ
ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210 5614491

ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ
ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ
 ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΕΠΗΚΟΟΥ
ΜΑΝΔΡΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
& ΣΤΗΝ
Ι.Μ. ΟΣΙΟΥ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΚΙΘΑΙΡΩΝΟΣ

ΣΑΒΒΑΤΟ 15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014