Η εκκλησία
μας έβλεπε πάντα την πραγματικότητα του φυσικού κόσμου, ως προεικονίσεις του
υπερφυσικού κόσμου, της «καινής κτίσεως», την οποία δημιούργησε ο Θεός, μέσω
της σαρκώσεως του Υιού Του και της δωρεάς του Πνεύματός του. Έτσι αγαπητοί μου
τα δύο βασικά γεγονότα τα οποία χαρακτηρίζουν το φυσικό έτος, η νίκη του φωτός
επί του σκότους (χειμερινό ηλιοστάσιο) και η νίκη της ζωής επί του θανάτου
(άνοιξη), θεωρήθηκαν από πολλή νωρίς από τους Πατέρες της εκκλησίας ως «τύποι»,
δηλαδή ως προφητικές εικόνες της νίκης του Χριστού – του Φωτός και της ζωής του
κόσμου – επί των δυνάμεων της αμαρτίας και του κακού.
Κάθε χρόνο
βλέπουμε να επαναλαμβάνεται ένα θαυμαστό φυσικό φαινόμενο. Έπειτα από τις
μακρές νύκτες του φθινοπώρου που περιβάλλον τον κόσμο με σκότος, τείνοντας να
νεκρώσουν κάθε ζωή, θριαμβεύει και πάλι το φώς. Οι τελευταίες ημέρες του
χειμώνα και της άνοιξης, επιτρέπουν στον ήλιο να αναζωογονήσει την γη μας,
οδηγούν σε ένα θρίαμβο της ζωής και την καρποφορία του θέρους.
Αυτό το
φυσικό φαινόμενο έλαβε ως βάση η Εκκλησία για να εικονίσει και να κηρύξει το
θαύμα της εν Χριστώ αναγεννήσεως και σωτηρίας μας. διαίρεσε το εκκλησιαστικό
έτος σε τρις περιόδους που αντιστοιχούν στις τρις περιόδους τις οποίες
αναφέραμε παραπάνω: 1. Τον κύκλο του φωτός. 2. Τον κύκλο της ζωής. 3. Και τον
κύκλο των καρπών της ζωής.
Και πράγματι
κάθε χρόνο αρχίζοντας από την 1η Σεπτεμβρίου («αρχή της Ινδίκτου του
νέου έτους»), η εκκλησία, μας οδηγεί, από τις σκοτεινές και άκαρπες ημέρες του
φθινοπώρου που συμβολίζουν την θλίψη και την πνευματική στειρότητα του
πεπτωκότος κόσμου μας, στην ημέρα των Χριστουγέννων, στην ημέρα της ανατολής
του «Ήλιου της δικαιοσύνης». Αφού δε μας ζεστάνει με την ανάμνηση της επίγειας ζωής του
Κυρίου, μας φέρνει στην μεγάλη εορτή του Πάσχα. Η περίοδος δε που ακολουθεί
είναι όπως μας αναφέρει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης «το θέρος του Αγίου
Πνεύματος». Κατ’ αυτή εορτάζεται λειτουργικός η «περίοδος της χάριτος», δηλαδή
η περίοδος η οποία βρίσκεται ανάμεσα στην Ανάσταση του Χριστού και την Δευτέρα
Παρουσία.
Στην αρχή του
εκκλησιαστικού έτους η εκκλησία μας, έχει τοποθετήσει δύο χαρμόσυνες εορτές: το
Γενέσιο της Υπεραγίας Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου) και την παγκόσμιον Ύψωσιν του
Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου).
Η γέννηση της
Θεοτόκου «χαράν μηνύει πάσι τη οικουμένη», και αυτό γιατί είναι το προάγγελμα
της γεννήσεως του Χριστού. Στο κατώφλι της περιόδου των αγώνων, που πρέπει να
διανύσουμε, για να φθάσουμε στην χαρά των Χριστουγέννων και αργότερα της
Αναστάσεως, η Εκκλησία μας υπενθυμίζει Εκείνη, μέσω της οποία ήλθε στον κόσμο
«Χριστός ο Θεός Ημών, ο λύων την κατάραν και δύδων την ευλογίαν, ο καταργήσας
τον θάνατον και δωρούμενος ημίν ζωήν την αιώνιον». όπως μας υπενθυμίζει επίσης
ότι τις τρικυμίες που προκαλεί η αμαρτία στην ζωή μας, δεν τις αντιμετωπίζουμε
μόνοι μας, αλλά όλοι μαζί ως μέλη της οικογένειας του Θεού, δηλαδή της
Εκκλησίας. Μέσα από την γέννηση της Παναγίας μας, όπως λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς, εμείς οι πρώην ορφανοί παύσαμε να είμαστε χωρίς πατέρα και μητέρα, αφού
από αυτήν γεννήθηκε ο Κύριος, κάνοντάς μας έτσι αδελφούς του, παιδιά του Θεού,
γιούς της επίγειας μητέρας του.
Εξ’ ίσου όμως
χαροποιός και ενισχυτική είναι και η εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Αρχικά
η εορτή αυτή καθιερώθηκε σε ανάμνηση της ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού από την
Αγία Ελένη (14/09/320μ.Χ) και των εγκαινίων του Ναού της Αναστάσεως. Αργότερα
έγινε και εορτασμός της νίκης του αυτοκράτορα Ηράκλειου κατά των περσών
(628μ.Χ) και της ανακτήσεως του Τιμίου Σταυρού, από τους απίστους. Η βαθύτερη
όμως πρόθεσή της είναι να δοξάσει τον Σταυρό ως «σημείο σωτηρίας» και «σύμβολο
της νίκης» και να τον υψώσει προς «στηριγμόν των χριστιανών και φωτισμόν του
κόσμου». Για την Εκκλησία ο σταυρός του Κυρίου είναι το μέσο που επινόησε η
αγάπη του Θεού, για να μας λυτρώσει από τους φοβερότερους εχθρούς μας : την
αμαρτία και τον θάνατο. Είναι το «σημείο του Υιού του Ανθρώπου», το οποίο νικά,
υποτάσσει και καταστρέφει τις δυνάμεις του κακού, οι οποίες μας τυραννούν, και
επαναφέρει στον κόσμο μας το θείο φώς και την θεία ζωή, για τα οποία τον έπλασε
ο δημιουργός του.
Ας ακούσουμε
λοιπόν με προσοχή αυτά τα δυο μεγάλα μαθήματα που μας διδάσκει αυτήν την εποχή
η Εκκλησία. Έτσι κάθε εκκλησιαστικό έτος θα είναι για εμάς έτος πνευματικής
αυξήσεως και καρποφορίας.